14 Ιαν 2016

Σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου που συνδέεται με την εκτέλεση ενός έργου.

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 649, 669, 672 ΑΚ και λαμβάνοντας υπόψη την Νομολογία των Δικαστηρίων, προκύπτει ότι η σύμβαση εργασίας είναι ορισμένου χρόνου, όταν συνομολογείται η διάρκεια αυτής μέχρις ορισμένου χρονικού σημείου ή μέχρις την επέλευση ορισμένου μέλλοντος και βεβαίου γεγονότος ή την εκτέλεση ορισμένου έργου, μετά την περάτωση του οποίου ή τη επέλευση του βεβαίου γεγονότος ή του χρονικού σημείου, παύει να ισχύει αυτοδικαίως. Επομένως, η διάρκεια της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι σαφώς καθορισμένη είτε γιατί συμφωνήθηκε, ρητά σιωπηρά, είτε γιατί προκύπτει από το είδος και τον σκοπό της σύμβασης εργασίας.
Χαρακτηριστικό της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι ότι τα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της. Η σύμβαση αυτή παύει αυτοδικαίως, σύμφωνα με το άρθ. 669§1 ΑΚ, όταν λήξει ο χρόνος για τον οποίο συνομολογήθηκε, χωρίς να χρειάζεται καταγγελία της και καταβολή αποζημίωσης. Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός της σύμβασης ή σχέσης εργασίας ως ορισμένου ή αορίστου χρόνου δεν εξαρτάται από τον χαρακτηρισμό που δίνουν σε αυτήν οι δικαιοπρακτούντες ή ο νόμος, αλλά τούτος ανήκει στη δικαιοδοσία των Δικαστηρίων.
Συχνά συναντάται η περίπτωση της σύναψης σύμβασης εργασίας μέχρι να πραγματοποιηθεί η εκτέλεση ενός έργου (κτίριο, δρόμος, γέφυρα, συγκοινωνιακός αστικός άξονας κ.λ.π.). Για να θεωρηθεί ότι η σύμβαση αυτού του είδους είναι ορισμένου χρόνου, θα πρέπει η περάτωση του συγκεκριμένου έργου, να αποτελεί βέβαιο γεγονός που δεν δύναται να αμφισβητηθεί, γιατί μόνο τότε παύει να ισχύει αυτοδίκαια η σύμβαση εργασίας. Επίσης για να υπάρχει σύμβαση ορισμένου χρόνου σύμφωνα με τα παραπάνω, τα συμβαλλόμενα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της , αφού έχει καταστεί σαφές από την αρχή (και δημιουργηθεί εξαρχής η πεποίθηση κυρίως στον εργαζόμενο), πότε το συγκεκριμένο έργο θεωρείται περατωμένο ως βέβαιο γεγονός.
Έτσι όταν η πορεία του έργου συνδέεται για παράδειγμα με την σταδιακή χρηματοδότησή του, ή την ρευστότητα αποπληρωμής του για κάθε στάδιο κατασκευής ή την ύπαρξη άλλων προϋποθέσεων και διαδικασιών δεν μπορεί σύμφωνα με τα παραπάνω, να θεωρηθεί ότι το έργο αυτό συνδέεται με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου αλλά αντίθετα με συμβάσεις αορίστου χρόνου, ενώ σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν.2112/1920 ο χαρακτηρισμός της σύμβασης ως ορισμένου χρόνου είναι άκυρος, όπως και κάθε συμφωνία που έχει ως σκοπό να αποστερήσει από τον εργαζόμενο την νόμιμη αποζημίωση λόγω απόλυσης.

Βασίλης Τραϊανόπουλος
Επιθ. Εργασικών Σχέσεων