Η μεγάλη οικονομική κρίση που πλήττει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια από την μια και το μεγάλο ποσοστό της ανεργίας από την άλλη έχει οδηγήσει την πλειοψηφία των απλήρωτων εργαζομένων σε αδιέξοδο.
Οι εργοδότες εκμεταλλευόμενοι το φόβο και την ανασφάλεια των υπαλλήλων τους μην τυχόν και χάσουν την δουλειά τους, τους αμοίβουν με έναντι της κανονικής αμοιβής τους, προχωρούν σε εκβιαστικές μειώσεις μισθών και οικειοθελείς παραιτήσεις καταβολή αποζημίωσης με το δόλωμα του εγγράφου της απόλυσης ώστε να μη χαθεί και το δικαίωμα επιδόματος από τον ΟΑΕΔ.
Οι περισσότεροι υπάλληλοι αγνοούν τα δικαιώματα που τους παρέχει ο νόμος ακόμα κι έτσι όπως έχει καταστρατηγηθεί από τα μνημόνια.
Το βασικότερο που πρέπει να γνωρίζουν όλοι οι εργαζόμενοι υπάλληλοι και εργάτες είναι ότι το δικαίωμα να διεκδικήσουν τα δεδουλευμένα τους, δηλαδή μισθούς, διαφορές από μισθούς, διάφορα επιδόματα, δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, υπερωρίες, υπερεργασία και ρεπό, είναι πενταετές. Δηλαδή σήμερα ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να διεκδικήσει τους μισθούς που δεν του έχουν καταβληθεί από 1-1-2009 ενώ από την 1-1-2015 θα μπορεί να ζητήσει τους μισθούς από 1-1-2010.
Μισθοί προηγούμενων ετών έχουν παραγραφεί και δεν μπορούν να αναζητηθούν με κανέναν τρόπο.
Και ναι μεν οι υπερεργασίες και υπερωρίες έχουν πρακτικά καταργηθεί για τα τελευταία χρόνια, όμως για τα χρόνια που ίσχυαν μπορούν ακόμα να διεκδικηθούν και σε τέτοια περίπτωση οφείλονται κανονικά.
Το συνηθέστερο μέσο διαμαρτυρίας των απλήρωτων εργαζομένων είναι η γνωστή επίσχεση εργασίας. Το πρώτο βήμα είναι η με κοινοποίηση εξωδίκου, γνωστοποίηση στον εργοδότη, ότι ο εργαζόμενος δεν θα εργαστεί μέχρι να του καταβληθούν τα οφειλόμενα δεδουλευμένα αφού η εργασιακή σχέση είναι παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής.
Η επίσχεση εργασίας μπορεί να έχει μεγάλη διάρκεια και δεν θεωρείται από μόνη της καταγγελία της σύμβασης εργασίας.
Άλλος τρόπος είναι η καταγγελία στην κατά τόπο αρμόδια Επιθεώρηση Εργασίας. Ο εργοδότης καλείται εντός προθεσμίας να δικαιολογήσει ή να αποδείξει τον λόγο που είναι υπερήμερος έναντι του υπαλλήλου του.
Η επιθεώρηση εργασίας σχηματίζει φάκελο που αποστέλνει στην Εισαγγελία και από κει αν υπάρχουν ποινικά αδικήματα, ενεργοποιείται η αυτεπάγγελτη διαδικασία κι ο εργοδότης έχει να αντιμετωπίσει και τις αντίστοιχες κατηγορίες.
Η καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας όπως και η κοινοποίηση του εξωδίκου αποτελούν και όχληση η οποία σε περίπτωση αγωγής, αποτελεί την εναρκτήρια ημερομηνία για την επιδίκαση των τόκων υπερημερίας.
Το βασικότερο δε μέσο άμυνας του εργαζόμενου είναι η αγωγή στο καθ’ύλην αρμόδιο δικαστήριο. Οι εργατικές διαφορές λόγω της φύσης της υπόθεσης πάντοτε έχουν σύντομες ημερομηνίες δικασίμου καθώς και έκδοση απόφασης.
Με την εργατική αγωγή, ο εργαζόμενος ζητεί όλους τους οφειλόμενους μισθούς των τελευταίων πέντε ετών, τα επιδόματα, τις διαφορές από νόμιμους και καταβαλλόμενους μισθούς, τα δώρα, τα ρεπό και πολλά άλλα αναλόγως το είδος της εργασίας και την συλλογική σύμβαση στην οποία ανήκει.
Ο εργαζόμενος έχει το δικαίωμα με μια τέτοια αγωγή να καταγγείλει και την εργασιακή σχέση και να ζητήσει τη νόμιμη αποζημίωση ή να καταγγείλει την τυχόν απόλυσή του και να ζητήσει μισθούς υπερημερίας.
Αυτό όμως δεν είναι υποχρεωτικό. Μπορεί δηλαδή να ζητήσει τους μισθούς του και τα οφειλόμενα χωρίς να καταγγείλει την εργασιακή του σύμβαση. Τυχόν καταγγελία της σύμβασης από τον εργοδότη λόγω της κατάθεσής μιας τέτοιας αγωγής είναι καταχρηστική και άκυρη.
Η έκδοση της απόφασης και η κήρυξη της εκτελεστής σηματοδοτεί την έναρξη της αναγκαστικής εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη-εργοδότη για είκοσι χρόνια.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι εργοδότης που έχει φροντίσει σήμερα να μην έχει περιουσία στο όνομα του, αλλά να αποκτήσει σε βάθος χρόνου, θα μπορεί ακόμα και τότε να κληθεί να πληρώσει τα οφειλόμενα.
Δηλαδή τα δεδουλευμένα όταν δεν διεκδικούνται παραγράφονται εντός της πενταετίας, όταν όμως έχουν βεβαιωθεί σε μία δικαστική απόφαση τελεσίδικη και αμετάκλητη, τότε η οφειλή τους από τον εργοδότη διαρκεί μία εικοσαετία.
Οι τρόποι αναγκαστικής εκτέλεσης είναι πολλοί και επιλέγεται ο πιο σύμφορος ανάλογα της περίστασης. Μπορεί να γίνει εκτέλεση σε ακίνητα, κινητά μεγάλης αξίας (π.χ. αυτοκίνητα, μηχανήματα, υπολογιστές κ.τλ.) ή σε τραπεζικούς λογαριασμούς, έσοδα της επιχείρησης που προέρχονται από τρίτους (π.χ. μισθώματα κ..τλ.)
Αναστασία Χρ. Μήλιου
Δικηγόρος Παρ’Εφέταις Αθηνών
http://www.argolikeseidhseis.gr/, 23/9/2014