Όσο συνεχίζονται οι μνημονιακές πολιτικές τόσο βαθαίνει η διάλυση των στοιχειωδών κοινωνικών δομών. Γεγονός που φαίνεται και φέτος, από την ανάγκη πρόσληψης βοηθητικού προσωπικού με συμβάσεις «ορισμένου χρόνου», για να λειτουργήσουν οι παιδικοί σταθμοί και τα ΚΑΠΗ. Με αιτία αυτή την ανάγκη πρόεκυψε ένας πολιτικός προβληματισμός για το εάν πρέπει μία αριστερή δημοτική αρχή να προσλαμβάνει εργαζόμενους με συμβάσεις, με τις οποίες διαφωνεί.
Η «Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου», ως αριστερή συλλογικότητα που υποστηρίζει τους εργατικούς αγώνες: από την μία πλευρά υπερασπιζόμαστε την μόνιμη και σταθερή εργασία για όλους τους εργαζόμενους. Και φυσικά, αυτό ισχύει και για τους δημοσίους υπαλλήλους που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες. Αφού, οι εργασιακές σχέσεις με «ημερομηνία λήξης», εδώ και χρόνια, παράγουν τόσο εργαζόμενους όσο και πολίτες «εξαρτημένους» από την εκάστοτε διοίκηση, υποβαθμίζουν την ποιότητα των κοινωνικών υπηρεσιών και τρέφουν το πελατειακό κράτος που έχουμε βάλει στόχο να διαλύσουμε στο Χαλάνδρι.
Από τη άλλη πλευρά, πρέπει να εξετάσουμε όλους τους παράγοντες. Έτσι, η ξεκάθαρη θέση μας για κατάργηση των ΙΔΟΧ και συνολικά της αντιλαϊκής πολιτικής που τις χρησιμοποιεί, πρέπει να συμβαδίσει με την απαίτησή μας να λειτουργούν και να αυξηθούν οι κοινωνικές παροχές από το κράτος. Έχουμε στόχο να σταματήσουμε την υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών προς τους κοινωνικά αδύναμους. Γιατί κι αυτή η διαδικασία έμμεσα (κι όχι άμεσα όπως η «αρπαγή» των εργασιακών κατακτήσεων) μεταφέρει τον πλούτο από τα κατώτερα οικονομικά στρώματα σε τράπεζες, ΣΔΙΤ, χρηματοδότηση ορισμένων έργων κλπ. Κι ακόμα είναι σαφές ότι η μη λειτουργία των δομών που θα επανδρωθούν από τους συμβασιούχους οδηγεί μαθηματικά στην πλήρη διάλυση του δημόσιου χώρου και τις υπηρεσίες στην αγκαλιά των ιδιωτικών συμφερόντων που καραδοκούν, σε βάρος φυσικά του πολίτη.
Για να δώσουμε μία σωστή απάντηση στο ερώτημα που προέκυψε, επιλέξαμε να παραμείνουμε συνεπείς στην προσπάθεια να επιλύσουμε τα πραγματικά προβλήματα της πόλης μας και τα εργασιακά προβλήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας, στην οποία ανήκουμε. Όπως επίσης, και να είμαστε σταθεροί στις πρωταρχικά ταξικές μας αναλύσεις και στην προσπάθεια ανάπτυξης των κοινωνικών αγώνων, όπου η δημοτική μας συνεργασία έχει «καλό βιογραφικό».
Η άρνηση των εργασιακών σχέσεων που έχουν επιβάλει οι γαλαζοπράσινες κυβερνήσεις τόσα χρόνια, θα είχε νόημα κινηματικής υπεράσπισης της εργασίας, αν υπήρχαν πιο ισχυρές ενώσεις γονέων, συνδικαλιστικές οργανώσεις των εργαζομένων, και σωματεία των συνταξιούχων. Για να μπορέσουν αυτές οι συλλογικότητες, να αναλύσουν την κατάσταση, να αντέξουν την πίεση και να την μεταφέρουν στο κεντρικό κράτος. Δυστυχώς όμως, η εξατομίκευση που έχει επιτύχει ο νεοφιλελευθερισμός είναι πολύ μεγάλη. Επιπλέον, δεν είναι λίγες οι φορές που σκληρά πληττόμενες κοινωνικές ομάδες, σαν τους νέους γονείς και τους συνταξιούχους, μπροστά στην όξυνση των προβλημάτων και λόγω αντικειμενικών συνθηκών, παθαίνουν σοκ και επιλέγουν την απάθεια. Συμπερασματικά λοιπόν, εξετάζοντας την πραγματικότητα και με κινηματικά κριτήρια επιλέγουμε την πρόσληψη του βοηθητικού προσωπικού και «κάτι παραπάνω»! Χωρίς καμία διάθεση συμβιβασμού με τις σημερινές συνθήκες, παράλληλα, ενημερώνουμε τους εμπλεκόμενους και όλους τους δημότες για την κατάσταση που επικρατεί. Ενισχύουμε όσο περνάει από το χέρι μας τις δημοκρατικές συλλογικές δομές, ακούγοντας και δίνοντας σε αυτές ρόλο και στη διοίκηση. Παλεύουμε, όσο γίνεται, μέσω του δήμου για την απόκτηση οικονομικών πόρων και για την κατοχύρωση δικαιωμάτων. Και τέλος, συμμετέχουμε, οργανώνουμε και προωθούμε αγωνιστικές κινητοποιήσεις για να σταματήσει ο εργασιακός μεσαίωνας που ζούμε και η καθημερινή προσβολή της αξιοπρέπειας μας!
http://www.stasi.gr/, 20/9/2014