Ούτε ίχνος «κόκκινης γραμμής» δεν έμεινε μετά τη διαπραγμάτευση (;) της κυβέρνησης με την «τρόικα», η οποία «νίκησε» κατά κράτος ακόμη και σε πεδία όπου οι πολιτικοί μας είχαν διακηρύξει ότι θα αντισταθούν με κάθε τίμημα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, ύστερα από όλη τη συζήτηση για την εφεδρεία, αυτό το μέτρο, που ισοδυναμεί ουσιαστικά με απόλυση από το Δημόσιο, όχι μόνο έχει διατηρηθεί στο σχέδιο του νέου Μνημονίου, αλλά θα εφαρμοσθεί με πολύ αυστηρό τρόπο το 2013.
Όπως αναφέρεται στο σχέδιο Μνημονίου, η κυβέρνηση δεν θα καταφέρει να εφαρμόσει την αρχική δέσμευση για τη θέση 15.000 υπαλλήλων σε εφεδρεία ως το τέλος του 2012.
Όμως, δεσμεύεται ότι θα απομακρύνει γρήγορα (προαπαιτούμενη δράση για την εκταμίευση της δόσης) 5.000 άτομα, ενώ το 2013 θα τίθενται σε εφεδρεία τουλάχιστον 5.000 υπάλληλοι κάθε τρίμηνο, δηλαδή συνολικά 20.000, και μάλιστα αυτός ο στόχος περιλαμβάνεται στα βασικά κριτήρια αξιολόγησης της κυβέρνησης για τον επόμενο χρόνο. «Δεξαμενή» γι' αυτές τις εφεδρείες θα αποτελέσει το προσωπικό που υπηρετεί σε οργανισμούς που συγχωνεύονται ή κλείνουν και σε θέσεις που θα καταργηθούν. Η λέξη «εφεδρεία» δεν υπάρχει στο αγγλικό κείμενο του νέου Μνημονίου, αλλά «φωτογραφίζεται» περιφραστικά ως «υφιστάμενος θεσμικός μηχανισμός κινητικότητας υπαλλήλων και εξόδου» («existing legal scheme for mobility and exits»).
Σε ό,τι αφορά τα εργασιακά, ο Γ. Βρούτσης πέτυχε τελικά μερικές μικρές υποχωρήσεις της «τρόικας», αλλά σε σημεία που δεν αλλοιώνουν το αρχικό σχέδιο για «ισοπέδωση» δικαιωμάτων. Για παράδειγμα, δεν αλλάζει το παραμικρό στο αρχικό σχέδιο για ουσιαστική κατάργηση της συλλογικής διαπραγμάτευσης για την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, καθώς στο εξής οι κοινωνικοί εταίροι απλώς θα προτείνουν και η κυβέρνηση θα ορίζει τον βασικό μισθό, ο οποίος θα «παγώσει» στα 589 ευρώ καθ' όλη τη διάρκεια εφαρμογής του προγράμματος (ως και το 2016).
Για τον χρόνο προειδοποίησης για απόλυση, πέραν του οποίου μειώνεται δραστικά η αποζημίωση, ο υπουργός Εργασίας πέτυχε να αυξηθεί από τους τρεις μήνες του αρχικού σχεδίου στους τέσσερις. Για τις αποζημιώσεις απόλυσης μπαίνει μεν «πλαφόν», αλλά θα επηρεάσει μόνο υπαλλήλους με περισσότερα από 16 χρόνια υπηρεσίας και αμοιβές άνω των 3.000 ευρώ.
Έτσι, προστατεύεται το 85% των μισθωτών, σύμφωνα με εκτιμήσεις του κ. Βρούτση, χωρίς πάντως να αλλάζει ο βασικός στόχος του μέτρου, δηλαδή να περιορισθεί το κόστος απόλυσης κυρίως των χιλιάδων τραπεζοϋπαλλήλων με πολλά χρόνια υπηρεσίας, που θα «σαρωθούν» από τις επερχόμενες αναδιαρθρώσεις των τραπεζών. Σημαντικό στοιχείο για την έκβαση αυτής της διαπραγμάτευσης για τα εργασιακά είναι ότι ο χρόνος εργασίας δεν θα καθορίζεται με διευθυντικό δικαίωμα, όπως πρότεινε η «τρόικα», αλλά θα απαιτείται η σύναψη σχετικής κλαδικής ή επιχειρησιακής σύμβασης.
Σε ό,τι αφορά τις τράπεζες και την ανακεφαλαιοποίησή τους, το νέο Μνημόνιο προδιαγράφει μια διαδικασία εξαιρετικά «φιλική» για τους ιδιώτες μετόχους, αφού γίνεται δεκτό ότι μεγάλο μέρος των κεφαλαιακών αναγκών των τριών, πλέον, «συστημικών» τραπεζών δεν θα καλυφθεί με μετοχές, αλλά με ομόλογα μετατρέψιμα σε μετοχές.
Αυτό σημαίνει ότι περιορίζεται δραστικά, ίσως και στα 17 δισ. ευρώ, το συνολικό ύψος των κεφαλαίων που θα κληθούν να αντλήσουν ως το τέλος Απριλίου οι τράπεζες από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τους ιδιώτες μετόχους τους. ‘
Έτσι, ακόμη και με ένα συνολικό ποσό που δεν θα ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ (10% των κεφαλαιακών αναγκών), οι ιδιώτες μέτοχοι θα έχουν δικαίωμα εντός πενταετίας να ανακτήσουν τη συμμετοχή τους στις τράπεζες, εξαγοράζοντας τις μετοχές που θα πάρει το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, ώστε να αποφύγουν την κρατικοποίηση.
Ελπιδοφόρο στοιχείο του νέου Μνημονίου είναι το πλήθος παρεμβάσεων που προβλέπει για άνοιγμα αγορών και απελευθέρωση επαγγελμάτων. Για πρώτη φορά προβλέπονται ρυθμίσεις ακόμη και για αγορές όπου κινούνται πολύ ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα, όπως αυτή των καυσίμων, στις οποίες ως τώρα το κράτος επέτρεπε να περιορίζεται ασφυκτικά ο υγιής ανταγωνισμός. Για παράδειγμα, απελευθερώνεται η κατοχή βυτιοφόρων, που οι περιορισμοί της εμπόδιζαν την ανάπτυξη ανταγωνισμού από ανεξάρτητους εμπόρους (περιλαμβανομένων των σούπερ μάρκετ) στις εταιρείες εμπορίας καυσίμων, ενώ ρυθμίζεται το θέμα του κόστους τήρησης αποθεμάτων ασφαλείας, που αποτελούσε μεγάλο εμπόδιο στις εισαγωγές, ευνοώντας τα εγχώρια διυλιστήρια.
του Νώντα Χαλδούπη, εφημερίδα "Το Παρόν", 28/10/2012
|