18 Ιουν 2010

Τορπίλη για τις συμβάσεις

Με προσφυγές στα δικαστήρια θα αντιδράσουν τα συνδικάτα στην... παράκαμψη του κατώτερου μισθού και στην ακύρωση του ρόλου που επιτελεί ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας

Τορπιλίζουν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας τα προωθούμενα μέτρα για την... παράκαμψη του κατώτερου μισθού και την αλλαγή της διαδικασίας προσφυγής στον ΟΜΕΔ
.
Με μπαράζ προσφυγών στα ελληνικά και ευρωπαϊκά δικαστήρια «απαντά» το συνδικαλιστικό κίνημα, προειδοποιώντας για θερμό
Το υπουργείο Εργασίας, σε μία προσπάθεια να περιορίσει τη θύελλα αντιδράσεων, υπόσχεται πως η διαφορά στον κατώτερο μισθό θα καλύπτεται από τον ΟΑΕΔ. Ωστόσο, για το θέμα αυτό θα πρέπει να υπάρξει υπουργική απόφαση και φυσικά να βρεθούν τα απαιτούμενα κονδύλια.
Δύο είναι οι ρυθμίσεις που απειλούν να τινάξουν στον αέρα τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και αναμένεται να κριθούν στα δικαστήρια:
Οι επιχειρήσεις θα μπορούν να προσλαμβάνουν νέους κάτω των 25 ετών, καταβάλλοντας από το 70% έως το 85% του κατώτερου μισθού της εθνικής συλλογικής σύμβασης. Δηλαδή θα καταβάλλουν από 518 έως 629 ευρώ, τη στιγμή που ο κατώτερος μισθός σήμερα είναι 740 ευρώ.
Στο σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος προβλέπεται πως «το υπολειπόμενο ποσό αναπλήρωσης του κατώτερου μισθού δύναται να καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ», χωρίς να δίνονται περισσότερες διευκρινίσεις. Χθες, ο υπουργός Εργασίας, Ανδρέας Λοβέρδος, επανήλθε στο θέμα και διαβεβαίωσε πως «το υπόλοιπο το συμπληρώνει ο ΟΑΕΔ».
Η διαδικασία προσφυγής στον ΟΜΕΔ ανατρέπεται, με αποτέλεσμα οι συλλογικές συμβάσεις να βρίσκονται στον αέρα. Στη μεσολάβηση θα μπορούν να προσφεύγουν μονομερώς εργοδότες ή συνδικάτα, αλλά και για τη διαιτησία μπαίνουν συγκεκριμένοι όροι.
Συγκεκριμένα, θα απαιτείται συμφωνία των δύο μερών, ενώ μονομερής προσφυγή θα γίνεται μόνο όταν το ένα μέρος αρνηθεί τη μεσολάβηση. Αυτό στην πράξη ακυρώνει τον ρόλο του ΟΜΕΔ, καθώς οι εργοδότες θα μπορούν να πηγαίνουν στη μεσολάβηση, αλλά να αρνούνται τη διαιτησία και να μην εκδίδεται οριστική απόφαση (με αποτέλεσμα οι συμβάσεις να είναι σε... μόνιμη εκκρεμότητα).
Εδώ πρέπει να σημειωθεί πως στο μνημόνιο προβλέπεται πως οι κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις μπορεί να υπολείπονται ακόμα και της εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας!

Ο Γ. Παναγόπουλος
Αναφερόμενος στις προτάσεις του υπουργείου Εργασίας, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Γιάννης Παναγόπουλος, κάνει λόγο για «ωμή συνταγματική παραβίαση και κατάργηση κάθε κανόνα εργατικού δικαίου». Συνεχίζει τονίζοντας ότι «ανατρέπεται οποιαδήποτε προστασία για τους ανθρώπους του μόχθου» και προσθέτει πως «με κάθε τρόπο, συνδικαλιστικό και νομικό, θα αντιπαλέψουμε αυτό το νομοθέτημα».
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο δικηγόρος - εργατολόγος Νίκος Δήμας, «η στέρηση της δυνατότητας για μονομερή προσφυγή στη διαιτησία οδηγεί στην ουσία στην κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων. Είναι αντίθετη στο άρθρο 22 του Συντάγματος, το οποίο στην παράγραφο 2 ορίζει πως αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις, οι όροι εργασίας θα πρέπει να καθορίζονται από τη διαιτησία».
Παράλληλα, ο Νίκος Δήμας αναφέρεται και στη διαφορετική μισθολογική μεταχείριση των νέων κάτω των 25 ετών, οι οποίοι με βάση το σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος δεν θα παίρνουν τον κατώτερο μισθό.

Εθνική σύμβαση
Στον «πάγο» η συζητήσεις εδώ και 15 μέρες

Στον «αέρα» βρίσκονται οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, με τα συνδικάτα να κατηγορούν την κυβέρνηση πως... ενθαρρύνει την εργοδοτική αυθαιρεσία. Ενδεικτικό της κρισιμότητας της κατάστασης είναι πως παρατηρείται σοβαρή εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις των εργοδοτικών οργανώσεων και της ΓΣΕΕ για το «καυτό» θέμα της νέας εθνικής συλλογικής σύμβασης εργασίας.
Το τελευταίο ραντεβού έγινε πριν από περίπου δεκαπέντε μέρες και στο ενδιάμεσο δεν έχει βρεθεί κανένα σημείο επαφής το οποίο να γεφυρώνει το χάσμα που χωρίζει τις δύο πλευρές. Βασικό σημείο διαφωνίας, όπως είναι φυσικό, είναι το ύψος των αυξήσεων, με την πλευρά των βιομηχάνων να προτείνει τριετές πάγωμα μισθών.

«Όλα δικά τους»
Ο γραμματέας Τύπου της ΓΣΕΕ, Στάθης Ανέστης, επισημαίνει ότι «οι βιομήχανοι αποθρασύνθηκαν και τα θέλουν όλα δικά τους. Αρνούνται πεισματικά να δοθεί οποιαδήποτε αύξηση, αδιαφορώντας προκλητικά για τη δραματική οικονομική κατάσταση που οι μισθωτοί βιώνουν. Αφού παίρνουν ό,τι θέλουν με το περίφημο μνημόνιο, επιδεικνύουν προκλητική συμπεριφορά προς τους εργαζόμενους και την κοινωνία».
Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί είναι πως, σύμφωνα με τον Λεωνίδα Καραθανάση, πρόεδρο της Ομοσπονδίας επισιτισμού και τουρισμού -η οποία καλύπτει πάνω από 200.000 άτομα-, από τις τρεις συλλογικές συμβάσεις του κλάδου δεν έχει υπογραφεί καμία. Μάλιστα δύο από τις συμβάσεις βρίσκονται αυτή τη στιγμή στον ΟΜΕΔ.

Ισ. Λακαρδής, φοιτητής
Σε λίγο η δουλειά θα μοιάζει με... εθελοντισμό


«Όσο περνά ο καιρός νιώθω όλο και χειρότερα που ζω στην Ελλάδα, αν και δεν θα ήθελα να ζω πουθενά αλλού. Το κράτος απομακρύνεται διαρκώς από τους νέους. Υποθέτω ότι τους θεωρεί κατώτερους πολίτες για να κάνει κάτι τέτοιο. Σε λίγο η δουλειά θα μοιάζει με εθελοντισμό. Θα δουλεύουμε δωρεάν, χωρίς κανένα όφελος. Οι απόφοιτοι της σχολής μου δεν έχουν ακόμη αποκτήσει καν επαγγελματικά δικαιώματα. Τώρα και με τα νέα μέτρα αντιλαμβάνομαι ότι οι κόποι τόσων ετών θα πάνε χαμένοι, αφού ο μισθός δεν θα είναι ανάλογος ούτε με τις γνώσεις που θα παρέχω ως εργαζόμενος αλλά ούτε και με τον χρόνο απασχόλησης που ολοένα και αυξάνεται. Πώς είναι δυνατό να ζήσουμε με 500 ευρώ;».

Π. Δουρούκη, άνεργη
Τα 500 ευρώ δεν φτάνουν ούτε καν για το ενοίκιο

«Νιώθω αδικημένη, γιατί πλέον βρίσκομαι στη γενιά των 500 ευρώ. Ο μισθός ολοένα και μικραίνει, ενώ το κόστος όλων των αγαθών αυξάνεται. Εχω πολύ άγχος, γιατί βλέπω ότι δεν υπάρχουν θέσεις εργασίας και οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι, όπως κι εγώ, είμαστε πρόθυμοι να βρούμε έστω μια απασχόληση με λίγα μαύρα χρήματα για να μπορέσουμε να ζήσουμε. Είμαι βοηθός νοσηλευτή, αλλά έπαψα να ψάχνω για δουλειά πάνω στο αντικείμενό μου γιατί απογοητεύτηκα. Ακόμη κι αν βρω μια δουλειά, τα 500 ευρώ δεν μου φτάνουν για να πληρώσω ούτε το ενοίκιό μου. Την προοπτική του να δημιουργήσω οικογένεια δεν τη σκέφτομαι καν. Ακόμη κι αν μου έφτανε ένας τέτοιος μισθός για να συντηρήσω τον εαυτό μου, πώς θα μπορούσα να μεγαλώσω ένα παιδί;».
της Κατερίνας Κοκκαλιάρη

Παρέμβαση από την ΕΕΔΑ
«Κόκκινη γραμμή» για τα μέτρα τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα


Τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται σε διεθνείς συνθήκες, στο Σύνταγμα, αλλά και στη νομολογία του Ευρωδικαστηρίου αποτελούν την «κόκκινη γραμμή» για τα κυβερνητικά μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της στρατηγικής εξόδου της οικονομίας και της κοινωνίας από την κρίση του εξωτερικού χρέους.
Τη βαρυσήμαντη επισήμανση προς την κυβέρνηση για την ανάγκη να σέβεται διαρκώς τα θεμελιώδη δικαιώματα κατά τη λήψη κάθε μέτρου, κάνει η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ), υπογραμμίζοντας ότι η τρέχουσα οικονομική κρίση έχει σοβαρές πολιτικές, νομικές, κοινωνικές και ηθικές διαστάσεις και σοβαρές επιπτώσεις στον κοινωνικό ιστό, οδηγώντας σε επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου και απειλώντας ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού με πλήρη κοινωνικό αποκλεισμό.
Η ΕΕΔΑ (που αποτελεί σύμβουλο της πολιτείας σε ζητήματα δικαιωμάτων) εκφράζει την έντονη ανησυχία της ότι οδηγούμαστε πλέον «σε υπαρκτή διατάραξη των κοινωνικών ισορροπιών σε βάρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με πολλαπλές, αλυσιδωτές και παράλληλες επιπτώσεις στην εγγύηση απόλαυσης των κοινωνικών δικαιωμάτων, μέσω της διακινδύνευσης ατομικών δικαιωμάτων και το αντίστροφο».
Σε πολυσέλιδη απόφασή της η ΕΕΔΑ (υπό τον πρόεδρό της Κ. Παπαϊωάννου της Διεθνούς Αμνηστίας και με τη συμμετοχή έγκριτων νομικών και εκπροσώπων φορέων) υπενθυμίζει στην κυβέρνηση ότι αποτελούν ουσιαστικά ανάχωμα απέναντι σε κάθε επαχθές μέτρο, οι συνταγματικές διατάξεις που υποχρεώνουν την πολιτεία να σέβεται την ισότητα, την ανθρώπινη αξία και αξιοπρέπεια, την ισότιμη πρόσβαση των πολιτών στην υγεία και την παιδεία, το δικαίωμα καθενός σε πλήρη και σταθερή εργασία με κοινωνική ασφάλιση αναδιανεμητικού χαρακτήρα.
Σχετικά με την παρεμπόδιση ελεύθερου καθορισμού των μισθών με συλλογικές διαπραγματεύσεις, η ΕΕΔΑ τονίζει ότι βάσει διεθνών συνθηκών ένας τέτοιος περιορισμός μπορεί να είναι μόνο εντελώς εξαιρετικό μέτρο και μόνο για εύλογο διάστημα, εφόσον αιτιολογείται ως απολύτως αναγκαίος και συνοδεύεται από κατάλληλες εγγυήσεις προστασίας του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.
του Αλέξανδρου Αυλωνίτη
πηγή : Εφημερίδα "Έθνος", 18/6/2010