12 Απρ 2010

Το οικογενειακό επίδομα και στους 2 διαζευγμένους

Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε αντισυνταγματική διάταξη που έδινε μόνο στον έναν από τους δύο διαζευγμένους συζύγους την οικογενειακή παροχή στην περίπτωση που και οι δύο εργάζονταν σε ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ ή ήταν συνταξιούχοι του ίδιου τομέα
Ολόκληρη την οικογενειακή παροχή (οικογενειακό επίδομα) δικαιούνται και οι δύο διαζευγμένοι (αλλά και οι χήροι) υπάλληλοι του ευρύτερου δημόσιου τομέα, έστω και αν δεν έχουν την επιμέλεια των τέκνων τους και δεν συγκατοικούν με αυτά, αφού έχουν και αυτοί υποχρέωση συμμετοχής στη διατροφή τους.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματική διάταξη του ν. 2470/97 που έδινε μόνο στον έναν από τους διαζευγμένους συζύγους το οικογενειακό επίδομα, στην περίπτωση που και οι δύο εργάζονταν στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, σε ΝΠΔΔ (Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου) ή ΟΤΑ (Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης) ή όταν συνταξιούχοι του ιδίου τομέα. Κατά το ΣτΕ, η διάκριση αυτή παραβιάζει τις συνταγματικές διατάξεις για την ισότητα και την προστασία του γάμου και της οικογένειας.
Επίσης, δέχεται ότι η οικογενειακή παροχή αυτή μπορεί να προσαυξάνει ακέραιη το επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής που παίρνει υπάλληλος του Δημοσίου που εργάζεται στο εξωτερικό (π.χ. σε πρεσβεία), ανεξάρτητα από το αν τα παιδιά συγκατοικούν με τη διαζευγμένη μητέρα τους, που έχει αναλάβει και την επιμέλειά τους.
Παράλληλη δικαστική εισήγηση στον Αρειο Πάγο επεκτείνει την αντισυνταγματικότητα των επίμαχων διατάξεων και στους αντίστοιχους περιορισμούς που ισχύουν για τους διαζευγμένους (ή χήρους) που εργάζονται στο Δημόσιο, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου.
Δέχεται η εισήγηση ότι σε αυτούς τους διαζευγμένους (ή χήρους) η οικογενειακή παροχή καταβάλλεται ακέραιη, ανεξάρτητα από το αν τα παιδιά τους έχουν ενηλικιωθεί ή έχουν τελειώσει τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Έτσι, ανοίγει ο δρόμος για καταβολή σημαντικών αναδρομικών από οικογενειακές παροχές λόγω απαγορεύσεων και περιορισμών τουλάχιστον μιας 6ετίας (ο ν. 3205/03 αποκατέστησε κάποιες ανισότητες) για τους υπαλλήλους με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, ενώ για τους εργαζόμενους με σχέση ιδιωτικού δικαίου διαζευγμένους (ή χήρους) κρίνεται ότι δεν μπορούσαν να υπάρξουν καθόλου προϋποθέσεις (ενηλικίωσης, συγκατοίκησης, λήξης σπουδών κ.λπ.), αφού δεν υπάρχουν τέτοιοι όροι για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα (σύμφωνα με τη νομοθεσία και συλλογικές συμβάσεις εργασίας από το 1989).

Προστασία
Σε περίπτωση διαζυγίου, τονίζει το ΣτΕ, ναι μεν λύεται ο γάμος, αλλά εξακολουθούν να υφίστανται οικογενειακές σχέσεις άξιες προστασίας και συγκεκριμένα αυτές των παιδιών με καθέναν από τους γονείς τους. Συνεπώς, δεν δικαιολογείται η εξαίρεση του γονέα που δεν έχει την επιμέλεια των παιδιών και δεν συγκατοικεί με αυτά από τη λήψη οικογενειακού επιδόματος, αφού η εξαίρεση αυτή αντιστρατεύεται το συμφέρον των τέκνων, μια και η διατροφή τους εξαρτάται και από τον άλλο γονέα. Το Στ’ τμήμα ΣτΕ επισημαίνει (3609/09) ότι η εξαίρεση παραβιάζει όχι μόνο τις διατάξεις του Συντάγματος για την προστασία της οικογένειας, αλλά και εισάγει αδικαιολόγητα δυσμενή διάκριση σε βάρος των διαζευγμένων γονέων, έναντι των μη διαζευγμένων.
Ανατρέποντας αντίθετη απόφαση του Διοικητικού Εφετείου και αποκρούοντας τους ισχυρισμούς του Δημοσίου, το ΣτΕ έκρινε ότι υπάλληλος του Κλάδου Οικονομικών σε πρεσβεία του εξωτερικού δικαιούται αναδρομικά 6.553 ευρώ ως διαφορά αποδοχών για μία 3ετία, επειδή δεν είχε προσαυξηθεί ανάλογα το επίδομα αλλοδαπής με την οικογενειακή παροχή, γιατί τα παιδιά δεν μετοίκησαν με τον πατέρα στον εξωτερικό, αλλά συγκατοίκησαν στην Ελλάδα με τη μητέρα, που ανέλαβε την επιμέλειά τους.
Στην εισήγηση στον ΑΠ διαπιστώνεται παραβίαση της συνταγματικής αρχής της ίσης αμοιβής για ίσης αξίας παρεχόμενη εργασία.
του Αλέξανδρου Αυλωνίτη, από την εφημερίδα "Έθνος", 12/4/2010