Να κριθεί αντισυνταγματική η δίμηνη παράταση που δόθηκε με το νόμο 3051/2002 στους συμβασιούχους του Δημοσίου για να υποβάλουν αίτηση για μετατροπή της σύμβασής τους σε αορίστου χρόνου, εισηγήθηκε στην Ολομέλεια του Σώματος ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Φ. Μακρής. Πέρα από την απόφαση που τελικά θα ληφθεί και η εισήγηση αυτή δείχνει ότι οι νόμοι και η ερμηνεία τους δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να εξασφαλίσουν το αυτονόητο και αναφαίρετο δικαίωμα στη μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους.
Ο Ν. 2839/2000 προέβλεπε ότι «το προσωπικό το οποίο υπηρετεί κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου ή υπηρέτησε μέσα στο χρονικό διάστημα από 1.8.1999 μέχρι 31.3.2000, στο Δημόσιο, τους ΟΤΑ α' και β' βαθμίδας, στα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου πλήρους απασχόλησης ή με σύμβαση μίσθωσης έργου, κατατάσσεται σε οργανικές θέσεις με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου του φορέα τελευταίας απασχόλησης». Και έδινε προθεσμία δύο μηνών για να καταθέσουν οι συμβασιούχοι τη σχετική αίτηση κατάταξης.
Ακολούθησε η αναθεώρηση του Συντάγματος το 2001 που, μεταξύ άλλων, απαγορεύει τη μονιμοποίηση των εκτάκτων. Την επόμενη χρονιά ψηφίστηκε ο Ν. 3051/2002 που παρέτεινε για δύο ακόμη μήνες την προθεσμία υποβολής της αιτήσεως τακτοποίησης του νόμου 2839/2000.
Αυτή η παράταση έχει ήδη κριθεί αντισυνταγματική από το Εργατικό Τμήμα του Αρείου Πάγου (απόφαση 644/2010), θέση που υποστηρίζει τώρα στην Ολομέλεια και ο Φ. Μακρής.
Ακόμα ο αντεισαγγελέας πρότεινε να απορριφθεί, ως αβάσιμη, η αίτηση των συμβασιούχων του ΤΕΕ με την οποία ζητούσε να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 488/2007 απόφαση του Εφετείου Θράκης, που είχε απορρίψει τη μονιμοποίηση συμβασιούχου αρχιτέκτονα - μηχανικού του ΤΕΕ Ανατολικής Μακεδονίας.
πηγή : Εφημερίδα "Ριζοσπάστης", 29/4/2011