15 Μαρ 2011

Επιχειρούν να αλλάξουν το DNA του δημόσιου σχολείου

Η ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΛΛΑΖΕΙ DNA

Αν υπήρχε διαγωνισμός για εκείνους που άλλαζαν με την πιο μεγάλη μαεστρία το νόημα των λέξεων και των εννοιών, τότε το πρώτο βραβείο θα έπρεπε να απονεμηθεί στην ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Αυτή η ηγεσία, βαδίζοντας στα χνάρια της επικοινωνιακής πολιτικής της Κυβέρνησης, ονομάζει τη συγχώνευση των σχολείων παιδαγωγικό μέτρο, τη διάλυση των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών εκσυγχρονισμό, την προσαρμογή του σχολείου στη λογική των δεξιοτήτων πρόοδο, την ιδιωτικοποίηση του Πανεπιστημίου φυσικό φαινόμενο, όπως λίγο πριν βάφτισε τη μείωση των μισθών αποτελεσματική διαχείριση, τη μείωση των προσλήψεων εξορθολογισμό, την απόλυση εξυγίανση, το φόρο αλληλεγγύη.

Πριν όμως δούμε τι ακριβώς κάνει και που ακριβώς στοχεύει το Υπουργείο Παιδείας και η Κυβέρνηση οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε δυο ζητήματα:
1. Πρώτον είναι σαφές ότι η εκπαιδευτική πολιτική της σημερινής Κυβέρνησης είναι δεμένη με ένα τμήμα με την εκπαιδευτική πολιτική της προηγούμενης καθώς έχουν την ίδια κατευθυντήρια γραμμή.
2. Τα μέτρα και οι εκπαιδευτικές πολιτικές που «τρέχουν» σήμερα από το Υπουργείο Παιδείας είναι επιδιώξεις, κατευθύνσεις, προσδοκίες και όνειρα των στρατηγών του κεφαλαίου, του Ευρωπαϊκή Διευθυντηρίου, του ΟΟΣΑ, των δυο αστικών κομμάτων, πολλά χρόνια πριν από την κρίση. Αυτή η «ιερή συμμαχία» βρίσκει ευκαιρία τώρα να κάνει πραγματικότητα τα πιο νεοφιλελεύθερα όνειρά της τα οποία προβάλλει άλλοτε ως μέτρα σωτηρίας για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης και άλλοτε σαν συνέπεια της οικονομικής κρίσης.

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ «ΧΑΡΤΙΝΕΣ» ΔΙΑΚΗΡΥΞΕΙΣ

Για μια ακόμη φορά γινόμαστε μάρτυρες μιας επιχείρησης αλλαγών του σχολείου και των λειτουργιών του, που στεφανώνεται με τη βοήθεια ενός καταιγισμού αριθμών και στοιχείων για την «ποιοτική εκπαίδευση», για το «ψηφιακό σχολείο», για τα «νέα αναλυτικά προγράμματα» και άλλα ηχηρά που κατά κόρον χρησιμοποιεί η πολιτική ηγεσία για να πείσει ότι γι αυτήν «πάνω από όλα είναι ο μαθητής».
Ωστόσο αν ξύσουμε τις «χάρτινες» διακηρύξεις θα διαπιστώσουμε δια γυμνού οφθαλμού ότι το Υπουργείο Παιδείας απλά προσπαθεί να μπαζώσει τα προβλήματα και τις ελλείψεις, τα ανοικτά «ρήγματα» στο ταλαιπωρημένο σώμα της ελληνικής εκπαίδευσης, για να καταφέρει ένα νέο συντριπτικό χτύπημα σε ότι απέμεινε από το δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του σχολείου.
Η Κυβέρνηση και το Υπουργείο Παιδείας, με την ευκαιρία της οικονομικής κρίσης και εκμεταλλευόμενο την προσωρινή αδυναμία των εργαζομένων, των συνδικάτων, του εκπαιδευτικού κινήματος, να προβάλλουν σθεναρή άμυνα, εξαπολύει μια άνευ προηγουμένου επίθεση στο ίδιο το DNA της δημόσιας εκπαίδευσης από την πρώτη μικρή του δημοτικού μέχρι το Πανεπιστήμιο και τα μεταπτυχιακά.
Με επικοινωνιακή μαεστρία, ασκώντας κριτική στα σοβαρά προβλήματα των δημοσίων σχολείων και πανεπιστημίων που η δική τους πολιτική έχει δημιουργήσει, προβάλλει το σύνθημα της αλλαγής, για να εξαπατήσει το γονιό που πληρώνει χιλιάδες ευρώ στα φροντιστήρια και το παιδί του ούτε γράμματα μαθαίνει ούτε δουλειά βρίσκει, για να ξεγελάσει το μαθητή που ακρωτηριάζεται στο τρίγωνο σχολείο – φροντιστήριο – ιδιαίτερο, για να παραπλανήσει τον εκπαιδευτικό που νιώθει όλα τα πυρά να κατευθύνονται πάνω του.
Είναι κι αυτό, αλήθεια, μια πολιτική. Και μάλιστα, θα μπορούσε να πει κανείς, ότι είναι και μια αποτελεσματική πολιτική. Βεβαίως όχι για την εκπαίδευση, αλλά για να διατηρεί κάποιος το κεφάλι του στη θέση του. Από την άλλη, όταν αφήνεις κάτι να τελματώσει, εύκολα μπορείς, με επικοινωνιακές «τρίπλες», να υφάνεις την κατασκευή του κατηγορητηρίου ενάντια στο ίδιο το θύμα για το τέλμα στο οποίο έχει περιπέσει.
Για να σκεφθούμε καλύτερα: Πως μπορεί κάποιος να βγάλει από τη μέση ένα φυτό που θεωρεί ότι του πιάνει το χώρο; Μα με το να το αφήσει απότιστο, να ξεραθεί, να αχρηστευθεί.
Πώς μπορεί κάποιος να πριμοδοτήσει την ιδιωτική εκπαίδευση; Μα αφήνοντας τη δημόσια εκπαίδευση σε τέλμα. Αυτό είναι για την ιδιωτική εκπαίδευση ένα δώρο από τα αποδυτήρια πριν αρχίσει ο αγώνας.

ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΝ ΝΑ ΑΛΛΑΞΟΥΝ ΤΟ DNA ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Η κατεύθυνση είναι σαφής και πριμοδοτείται από το λεγόμενο ΕΣΠΑ, δηλαδή τις «πληρωμένες οδηγίες» της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρόκειται για αντίστοιχες οδηγίες με εκείνες που αφάνισαν, την προηγούμενη εικοσαετία, κάθε παραγωγική βάση της χώρας στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα): Στοχεύουν στο βάθεμα του ιδιωτικοποιημένου, πειθαρχημένου, ευέλικτου και αποδοτικού στα κυρίαρχα συμφέροντα σχολείου, που θα παράγει εργατικό δυναμικό φτηνό, χωρίς δικαιώματα, αλλά καταρτισμένο με εκείνες τις χρηστικές δεξιότητες που απαιτεί το κεφάλαιο για αύξηση της κερδοφορίας του. Στοχεύουν να προσαρμοστεί η εκπαίδευση και η εργατική δύναμη στις «νέες συνθήκες», κοντολογίς, στην ευελιξία, αποδοτικότητα, ανταγωνιστικότητα, επιχειρηματικότητα, απασχολησιμότητα, κόστος, κλπ, αλλά και να τις αναπτύξει, να τις τυποποιήσει περισσότερο, να τις μετρήσει και να τις ελέγξει, ώστε να διαμορφώσει το σημερινό εργαζόμενο με εργασιακές προδιαγραφές 19ου αιώνα και παραγωγικές δυνάμεις 21ου αιώνα!
Οι επιχειρούμενες αλλαγές, επιδιώκουν να συνδέσουν το «νέο σχολείο» με τη νέα αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης (σχέδιο Καλλικράτης), να κατακερματίσουν τον όποιο ενιαίο χαρακτήρα της Παιδείας έχει απομείνει, να διαμορφώσουν εργασιακές σχέσεις συμβατές με το «αποκεντρωμένο σχολείο» και να εντείνουν την ταξική διαφοροποίηση.
Άμεσος στόχος, που αποκρύπτεται επιμελώς, είναι η εξεύρεση πόρων για την εκπαίδευση έξω από τον προϋπολογισμό του κράτους. Τι σημαίνει όμως πρακτικά αυτό; Με δεδομένο το ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού για την εκπαίδευση, πως θα καταφέρουν οι δήμοι ή οι νομαρχίες να ανταποκριθούν στις χρηματοδοτικές ανάγκες;
Είναι σαφές ότι οι Δήμοι θα αναζητήσουν πόρους από ιδιωτικές επιχειρήσεις - χορηγούς, από νέους δημοτικούς φόρους και από εισφορές γονέων καθώς η τοπική αυτοδιοίκηση έχει τη δυνατότητα να καθορίσει ανταποδοτικά τέλη για τη λειτουργία των σχολείων της περιοχής της. Αυτή, βεβαίως είναι μια μέθοδος μετακύλησης του κόστους λειτουργίας του σχολείου για μια ακόμη φορά στον οικογενειακό προϋπολογισμό ο οποίος ήδη στενάζει.

Με τις συγχωνεύσεις σχολείων το Υπουργείο Παιδείας επιδιώκει, εκτός των άλλων, να διαμορφώσει ένα νέο «σχολικό χάρτη», με μεγάλα «καλλικρατικά» σχολεία, όπου θα δοκιμαστούν και θα λειτουργούν τα νέα προγράμματα σύμφωνα με τις «τοπικές ιδιαιτερότητες» αλλά και με τις προτάσεις κάποιων χορηγών και στα οποία βέβαια οι γονείς θα βάζουν ακόμα πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για τη «δωρεάν» Παιδεία.

Η όλη επιχείρηση «ντύνεται» με την αντικατάσταση των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών από ένα μίνιμουμ «μετρήσιμων εκπαιδευτικών στόχων» (επεξεργασίας ΟΟΣΑ) καθώς και με την εισαγωγή της νέας τεχνολογίας στη σχολική εκπαίδευση, ενέργεια που δεν συνδέεται μόνο με επικοινωνιακές τακτικές και επιστροφή τμήματος των κονδυλίων στην αγορά αλλά κυρίως με την εξυπηρέτηση των προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με άλλα λόγια με την απόκτηση «δεξιοτήτων», δηλαδή επιφανειακών γνώσεων γύρω από τη «χρήση» της μητρικής γλώσσας, τις φυσικές επιστήμες και την τεχνολογία, και την «ικανότητα» Διά Βίου Μάθησης.
Πρόκειται για τα πρώτα βήματα για το σπάσιμο του ενιαίου των εκπαιδευτικών προγραμμάτων και την προσαρμογή του σχολείου στη λογική των δεξιοτήτων.

Παράλληλα με το πρόσχημα της πολύπλευρης πληροφόρησης, της προσαρμογής στα σύγχρονα δεδομένα και στις προσκλήσεις του μέλλοντος, συσσωρεύουν γνωστικά αντικείμενα αμφίβολης αναγκαιότητας αδιαφορώντας για την εξάντληση της παιδικής ηλικίας και για το νέο κύκλο ανισοτήτων και μορφωτικών ελλειμμάτων που δημιουργεί.

Τα Δημοτικά Σχολεία «ενιαίου αναμορφωμένου εκπαιδευτικού προγράμματος» υιοθετούν εξοντωτικούς ρυθμούς για τη μάθηση. Η διαμόρφωση του προγράμματος στη βάση 11 ξεχωριστών διδακτικών αντικειμένων για τις δύο πρώτες τάξεις, 13 για τις δύο μεσαίες και 15 για τις δύο τελευταίες αφενός δεν βοηθά τα παιδιά να ελέγξουν και να συνειδητοποιήσουν τη γνώση που τους προσφέρεται αφετέρου μετατρέπουν το σύνθημα «η τσάντα στο σχολείο» στο πιο σύντομο ανέκδοτο.
Ωστόσο η εκπαίδευση της ακριβοπληρωμένης αμάθειας θα δώσει τα ρέστα της στις αλλαγές στη Λυκειακή βαθμίδα οι οποίες συνοδεύονται από το πιο αλλοπρόσαλλο και επικίνδυνο για την μορφωτική συγκρότηση των μαθητών, πρόγραμμα μαθημάτων, ενώ το φροντιστηριακό στέγαστρο ετοιμάζεται να δημιουργήσει μόνιμη αποικία και στο Α΄ έτος της Πανεπιστημιακής φοίτησης.
Αυτά είναι τα σχέδια του Υπουργείου Παιδείας. Το εάν θα γίνουν πράξη εξαρτάται αποκλειστικά από τη στάση όσων θίγονται από αυτά. Κοντολογίς εξαρτάται από τη στάση των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων που στέλνουν τα παιδιά τους στη δημόσια σχολική εκπαίδευση, των εκατοντάδων χιλιάδων μαθητών που φοιτούν σ΄ αυτήν καθώς και των δεκάδων χιλιάδων εκπαιδευτικών που εργάζονται σ΄αυτήν.

ΣΤΟΧΟΣ Η ΜΕΙΩΣΗ ΤΩΝ ΜΟΝΙΜΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑ 20% ΜΕΧΡΙ ΤΟ 2013/14

Το υπουργείο Παιδείας προκειμένου να αντιμετωπίσει τις συνέπειες από τη δραστική μείωση των κονδυλίων για τις λειτουργικές δαπάνες των σχολείων (όλα τα στοιχεία μιλάνε για μια μείωση της τάξης 30 έως 50%) καθώς και από την δραστική μείωση των διορισμών και των προσλήψεων τη χρονιά 2011-2012, αποφάσισε να προχωρήσει σε εκτεταμένες συνενώσεις – καταργήσεις σχολείων (Η πρόσφατη ανακοίνωση αλλάζει δραματικά το σχολικό χάρτη της χώρας, καθώς «εξαφανίζονται» 1.056 σχολικές μονάδες. Σύμφωνα με το υπουργείο, από τα 16.000 σχολεία σε όλη τη χώρα, συνενώνονται 1.933 σε 877, εκ των οποίων τα 1.523 αφορούν την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και τα 410 τη Δευτεροβάθμια).
«Πολιορκητικός Κριός» αλλά και «Δούρειος Ίππος» σε αυτή την προσπάθεια είναι οι νέοι διοικητικοί- «καλλικρατικοί» θεσμοί, που με τον εκβιασμό της υποχρηματοδότησης, μιας και σημαντικές αρμοδιότητες θα περάσουν από το κεντρικό στο περιφερειακό επίπεδο με παράλληλη μείωση των πόρων, θα πιέζουν για συγχωνεύσεις, καταργήσεις και άλλα «νοικοκυρέματα».
Μια από τις βασικές επιδιώξεις της επιχείρησης του Υπουργείου Παιδείας «συγχωνεύσεις σχολείων» είναι η δραστική μείωση του αριθμού των μονίμων εκπαιδευτικών και των προσλήψεων νέων εκπαιδευτικών στη σχολική εκπαίδευση.
Είναι γνωστό ότι το 2010 συνταξιοδοτήθηκαν περίπου 11.500 εκπαιδευτικοί Α/βάθμιας και Β/βάθμιας. Την περίοδο 2011 - 2013 υπάρχει η εκτίμηση ότι το ρεύμα αποχωρήσεων θα συνεχιστεί με αποτέλεσμα συνολικά περίπου 35.000 εκπαιδευτικοί να συνταξιοδοτηθούν. Συνολικά, δηλαδή, την τετραετία 2010 – 2013 από τη σχολική εκπαίδευση αναμένεται να αποχωρήσουν 45.000 εκπαιδευτικοί, περίπου το ¼ όσων υπηρετούν σήμερα μόνιμα.
Το 2010 οι προσλήψεις μονίμων εκπαιδευτικών ήταν μόλις 2.850. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του Ν. 3833/2010 που αφορά στον Προγραμματισμό προσλήψεων προσωπικού έτους 2011 από την 1η Ιανουαρίου 2011 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013, ο αριθμός των ετήσιων προσλήψεων και διορισμών του μόνιμου προσωπικού δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερος συνολικά από το λόγο ένα προς πέντε (μία πρόσληψη ανά πέντε αποχωρήσεις), στο σύνολο των φορέων. Οι αποχωρήσεις υπολογίζονται την 31η Δεκεμβρίου του αμέσως προηγούμενου έτους και αφορούν στο σύνολο του έτους αυτού.
Σύμφωνα, επίσης, με τις διατάξεις του άρθρου 3 παρ. 4 περ. β του ν. 3899/2010 για τις προσλήψεις τακτικού προσωπικού που θα διενεργηθούν στους κρατικούς φορείς του δημόσιου τομέα όσον αφορά στην εφαρμογή του λόγου ένα προς πέντε, συνυπολογίζονται στις προσλήψεις οι τυχόν μεταφορές και εντάξεις προσωπικού ιδιωτικού δικαίου με εξαίρεση τις μεταφορές προσωπικού που προβλέπονται στις διατάξεις του Ν.3852/2010 (ΦΕΚ 87 Α΄).
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι την περίοδο 2010 – 2013 οι προσλήψεις μόνιμου προσωπικού δεν θα ξεπεράσουν τις 9.000 στην καλύτερη περίπτωση με αποτέλεσμα την ίδια περίοδο ο αριθμός των μόνιμων εκπαιδευτικών να μειωθεί περίπου κατά 35.000 ή σε ποσοστό 20% του συνόλου των σημερινών μόνιμα υπηρετούντων.
Το Υπουργείο Παιδείας για να αντιμετωπίσει τα χιλιάδες κενά που θα δημιουργηθούν εξαγγέλλει την συγχώνευση – κατάργηση σχολικών μονάδων. Όλοι γνωρίζουν ότι σε μια τυπική συγχώνευση 2 σχολικών μονάδων, με δεδομένο ότι θα λειτουργούν στο όριο της χωρητικότητας (όριο των 30 μαθητών ανά τμήμα στην δευτεροβάθμια - 25 στην πρωτοβάθμια) χάνεται το 20% των οργανικών θέσεων τουλάχιστον και βέβαια μειώνεται ο αριθμός των τμημάτων.
Απορεί κανείς για την υπουργική υποκρισία, με την οποία βαπτίζεται ως «παιδαγωγικό κριτήριο» η απαίτηση να στοιβαχτούν οι μαθητές στις αίθουσες προκειμένου το «νέο σχολείο» να κοστίζει φτηνότερα.
του Χρήστου Κάτσικα, από : http://www.alfavita.gr/, 14/3/2011