29 Μαρ 2011

Τον γενικό δείχνει η επιθεωρήτρια

ΝΕΑ ΤΡΟΠΗ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΑΡΙΣΤΙΚΟΥΣ ΕΠΑΝΕΛΕΓΧΟΥΣ ΣΕ ΔΗΜΟΥΣ, ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΚΑΙ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ Και νέες προθεσμίες, προκειμένου να ετοιμάσουν τις εξηγήσεις τους για το κακούργημα της απιστίας (σε συνδυασμό με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου 1608/50 περί καταχραστών του Δημοσίου), ζήτησαν και πήραν χθες από την αρμόδια εισαγγελέα οι οικονομικοί επιθεωρητές που εμπλέκονται σε σκάνδαλο διενέργειας, χωρίς να έχουν το δικαίωμα ή τη σχετική αρμοδιότητα, επαναληπτικών ελέγχων σε δήμους, ιδιωτικές επιχειρήσεις και ιερές μονές, με τους οποίους «ρυθμίστηκαν» υπέρογκες οφειλές προς το Δημόσιο. Σύμφωνα μάλιστα με τις εις βάρος τους καταγγελίες, οι οφειλές αλλά και τα πρόστιμα μηδενίστηκαν σε τουλάχιστον 25 επιχειρήσεις, προκαλώντας έτσι στο ελληνικό Δημόσιο ζημιά εκατομμυρίων ευρώ. Ανάμεσα στις επιχειρήσεις που ωφελήθηκαν από την «ευεργετική» συμπεριφορά των επιθεωρητών είναι τουλάχιστον οκτώ επιχειρήσεις του Δημοσίου, μεγάλοι δήμοι, γνωστές ιδιωτικές επιχειρήσεις και ιερές μονές. Ως ύποπτοι τέλεσης του εγκλήματος της απιστίας έχουν κλητευθεί 18 πρόσωπα, εκ των οποίων οι 17 είναι οικονομικοί επιθεωρητές, νυν και πρώην, και ο ένας δικηγόρος, που μετά τις νέες προθεσμίες που έλαβαν θα αρχίσουν να προσέρχονται για εξηγήσεις από την ερχόμενη Παρασκευή. Από όλους τους εμπλεκομένους, έγγραφες εξηγήσεις (υπόμνημα) για όσα της καταλογίζονται και αφορούν δέκα περιπτώσεις επαναληπτικών ελέγχων -κατά το χρονικό διάστημα από το 2003 έως το 2008- υπέβαλε χθες στην εισαγγελέα (Τμήμα Οικονομικού Εγκλήματος) μόνο μία τέως πλέον οικονομική επιθεωρήτρια, τέως προϊσταμένη Α' Τμήματος της διεύθυνσης Επιθεώρησης Δημοσίων Διαχειρίσεων, Νομικών Προσώπων και ΔΕΚΟ του υπουργείου Οικονομικών. Δείχνει και υπουργούς Στο πολυσέλιδο πόρισμά της η ύποπτη τέλεσης απιστίας όχι μόνο αρνείται κάθε ποινική της ευθύνη, αλλά επιρρίπτει ευθύνες σε βασικό μάρτυρα κατηγορίας -πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Οικονομικών- υποστηρίζοντας ότι κατέθεσε «πλήθος ψευδών στοιχείων». Χαρακτηρίζει επίσης «όψιμες τις καταγγελίες» και τονίζει πως ποτέ δεν είχε δεχθεί μομφή για μη τήρηση της νομιμότητας. Σε κάθε περίπτωση η εμπλεκόμενη τέως οικονομική επιθεωρήτρια δείχνει ως υπεύθυνο των τυχόν παρατυπιών τον τότε γενικό διευθυντή της Οικονομικής Διεύθυνσης, ο οποίος έχει επίσης κληθεί ως ύποπτος, και ήταν -όπως υποστηρίζει- «το τελικό αποφασιστικό όργανο». Ακόμη, με το υπόμνημά της, παραπέμπει σαφώς και σε τυχόν υπουργικές ευθύνες. Υποστηρίζει εν προκειμένω επί λέξει ότι: * «Το ότι συνυπέγραφα στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας, με την ιδιότητά μου ως προϊσταμένης στο Α' Τμήμα της Διεύθυνσης Επιθεώρησης, τους φερόμενους επανελέγχους (ενώ σε όλες τις υπό διερεύνηση περιπτώσεις δεν είχαμε μόνο επανελέγχους αλλά και αρχικούς ελέγχους) και σε μια περίπτωση με την ιδιότητα της αναπληρώτριας διευθύντριας της σχετικής διεύθυνσης, δεν συνιστά καμία παράβασή μου, δεδομένου ότι ήμουν στο πλαίσιο μιας σύνθετης διοικητικής διαδικασίας με τελικό αποφασιστικό όργανο το γενικό διευθυντή της Οικονομικής Διεύθυνσης ή τον αρμόδιο υπουργό ή υφυπουργό όταν επρόκειτο για διαχειριστικό έλεγχο στους εκκλησιαστικούς φορείς». Ισχυρίζεται επίσης ότι με τα κατατεθέντα στοιχεία «γίνεται προσπάθεια παραπλάνησης της Εισαγγελίας γιατί τα αρχικώς καταλογισθέντα ποσά παραμένουν βεβαιωμένα και κανένας έλεχγος δεν μπορεί να τα ακυρώσει», ενώ καταγγέλλει ότι συγκεκριμένος υπογεγραμμένος επανέλεγχος μετονομάστηκε σε «συμπληρωματικός έλεγχος» μετά την αποχώρηση γενικού διευθυντή της Οικονομικής Διεύθυνσης.

της Κατερίνας Κατη, από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", 29/3/2011