24 Φεβ 2010

Εισοδηματικά και οικογενειακά κριτήρια για τη βασική σύνταξη

Εισήγηση από τον πρόεδρο της Επιτροπής για το ασφαλιστικό
Εισοδηματικά και οικογενειακά κριτήρια για τη χορήγηση της βασικής σύνταξης εισηγείται ο πρόεδρος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για το Ασφαλιστικό, καθηγητής Αγγελος Στεργίου.
Στη χθεσινή συνεδρίαση των μελών της Επιτροπής, ο κ. Στεργίου πρότεινε η βασική σύνταξη να μειώνεται προοδευτικά, όχι μόνο όταν αυξάνει η αναλογική σύνταξη, αλλά κι όταν αυξάνει το ατομικό και οικογενειακό εισόδημα του δικαιούχου.
Η βασική και η αναλογική σύνταξη -είπε- θα πρέπει να σχεδιαστούν ως ένα δίδυμο, ως δύο τμήματα που θα λειτουργούν συμπληρωματικά. Η κοινωνική σύνταξη πρέπει να καθοριστεί σ' ένα επίπεδο που να προστατεύει όσους δεν είχαν ένα συνεχή ασφαλιστικό βίο (άτυπες μορφές απασχόλησης).
Ο κ. Στεργίου σημείωσε ότι το ποσό της βασικής, στο οποίο θα έχουν δικαίωμα όλοι οι συνταξιούχοι (αλλά κι οι ανασφάλιστοι), θα πρέπει να κλιμακώνεται ανάλογα με το ύψος της αναλογικής σύνταξης και τα μέλη οικογένειας. Να είναι ίσο με τη διαφορά ανάμεσα στην αναλογική σύνταξη και το καθορισμένο ποσό του ορίου, που θα προσαυξάνεται ανάλογα με τα οικογενειακά βάρη, όπως ανέφερε.
Η επιτυχία του μέτρου της βασικής σύνταξης -είπε- θα εξαρτηθεί από την εύστοχη αναδιανεμητική της λειτουργία προς άτομα που βρίσκονται κάτω από ένα ανεκτό επίπεδο διαβίωσης.
Ειδικότερα, η βασική σύνταξη οφείλει να υπηρετεί ένα σαφή στόχο. Ο στόχος αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από τη διασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όπως ανέφερε, σημειώνοντας ότι η βασική σύνταξη θα πρέπει να παρέχει στους ηλικιωμένους τα μέσα μιας ανεκτής διαβίωσης. Οταν η συνολική αναλογική σύνταξη (κύρια και επικουρική) δεν θα υπερβαίνει το όριο διαβίωσης, τότε το κοινωνικό τμήμα θα παρεμβαίνει συμπληρωματικά, κατόπιν ελέγχου πόρων.
Το ύψος της βασικής -συμπλήρωσε- δεν είναι δυνατόν να προσδιορίζεται με απόλυτους δημοσιονομικούς όρους. Διαφορετικά, μια βασική σύνταξη χαμηλού επιπέδου, σε συνδυασμό με μια -αυστηρά καθορισμένη- αναλογική σύνταξη θα έχει ανεπιθύμητες κοινωνικά συνέπειες. Μια τέτοια εκδοχή θα οδηγούσε μοιραία περισσότερο σε μια αύξηση του φαινομένου της φτώχειας των ηλικιωμένων, παρά στη συρρίκνωσή του.

Επισημάνσεις

Ο πρόεδρος της Επιτροπής σημείωσε ότι, αν εμμείνει το υπουργείο στην πρότασή του, τότε εμφανίζεται αναγκαία μια διπλή διόρθωση: Η πρόβλεψη ενός συμπληρώματος της βασικής σύνταξης, κατόπιν ελέγχου πόρων, καθώς και ο καθορισμός ενός ορίου, πέραν του οποίου οι αναλογικές δεν θα συνοδεύονται από κοινωνική σύνταξη (ύπαρξη οροφής). Διαφορετικά, αν μείνει ως έχει η πρόταση, τότε οι κατώτατες συντάξεις θα υποβαθμιστούν, ενώ η βασική θα συμπληρώνει αδικαιολόγητα υψηλές αναλογικές συντάξεις, όπως είπε.
Το ποσό της βασικής σύνταξης να διαβαθμίζεται ανάλογα με τις εισφορές που έχουν καταβάλει οι ασφαλισμένοι για την ασφάλισή τους, πρότεινε η εκπρόσωπος του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης στην Επιτροπή, Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου - Πεχλιβανίδη, επίκουρη καθηγήτρια ΕΚΠΑ, δικηγόρος.
Έτσι, αυτός που εργάσθηκε παραπάνω, τελικώς, να λαμβάνει μεγαλύτερη σύνταξη από
κάποιον που εργάσθηκε λιγότερο ή καθόλου.
Υπέρ της εισαγωγής ενός νέου ασφαλιστικού συστήματος και του σχεδιασμού του από μηδενική βάση, τάσσεται η δρ Αρτεμις Αναγνώστου - Δεδούλη, γενική διευθύντρια υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Προστασίας.
«Η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, μετά και την τελευταία προσπάθεια του ν. 3655/08, δεν μπορεί να σημαίνει τίποτε άλλο πλέον, παρά μόνο ένα νέο ασφαλιστικό σύστημα, όπου η επαναοριοθέτηση του ρόλου του κράτους, η κατανομή ανάμεσα στη συλλογική και ατομική ευθύνη και η αναδιανομή εισοδήματος στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης και η αλληλεγγύη, θα αποτελούν βασικές συνιστώσες της μεταρρύθμισης», ανέφερε και πρόσθεσε:
«Το κράτος έχει, ως ένα βαθμό, την ίδια υποχρέωση για όλους τους πολίτες μέσω των γενικών του εσόδων, αλλά, πέραν αυτού, δεν μπορεί να εμποδίζει ή να απαγορεύει την ανάπτυξη των επαγγελματικών ομάδων με τη δυναμική που έχει η κάθε μία, ούτε μπορεί να εξισώνει το επίπεδο προστασίας προς τα κάτω, καλύπτοντας τις δικές του αδυναμίες, ανακολουθίες και αναποτελεσματικότητα. Ούτε -πολύ περισσότερο- υπό το πρόσχημα της δικαιοσύνης ισότητας και λοιπών γενικών αρχών του δικαίου, το κράτος να θεσπίζει μέτρα που παίρνουν χαρακτήρα ταξικής και επαγγελματικής δίωξης.
Η βιωσιμότητα επίσης είναι μια έννοια σχετική. Δεν έχει ούτε αντικειμενικό ούτε επιστημονικά συγκροτημένο περιεχόμενο. Εξαρτάται από αυτό που θέλουμε να μείνει βιώσιμο.
Ειδικότερα, η βιωσιμότητα της κοινωνικής ασφάλισης συναρτάται με τους πόρους που διαθέτει μια κοινωνία για τη διατήρησή της. Ωστόσο, τίποτε δεν εμποδίζει τη διάθεση μεγαλύτερου μέρους του παραγόμενου πλούτου κοινωνικού προϊόντος, προκειμένου να ικανοποιηθεί πληρέστερα το δικαίωμα σε σύνταξη».
πηγή : Εφημερίδα "Η Ναυτεμπορική", 24/2/2010