Πολύ μακριά από τους χώρους που εργάζεται και ζει η πλειονότητα των εργαζομένων, ξεκίνησαν την Πέμπτη και ολοκληρώνονται την Κυριακή οι εργασίες του 35ου Συνεδρίου της ΓΣΕΕ. Ένα συνέδριο που διεξάγεται μακριά από τους προβληματισμούς και τις ανάγκες των εκατομμυρίων εργαζομένων και ανέργων, όχι μόνο λόγω της απόστασης που χωρίζει τα αστικά κέντρα από την Αλεξανδρούπολη, αλλά και λόγω της γραφειοκρατικής δομής και των διαδικασιών που ακολουθούνται για την εκλογή των αντιπροσώπων. Αυτή η απόσταση αποτυπώνεται ακόμη και στην ίδια τη σύνθεση των συνέδρων, πολλοί από τους οποίους είναι εκλεγμένοι από τις οργανώσεις τους σε βάθος τριετίας. Κυρίως όμως αποτυπώνεται στις τοποθετήσεις της απερχόμενης πλειοψηφίας, που δεν δείχνει να ενοχλείται με την απαξίωση της ΓΣΕΕ από το σύνολο των εργαζομένων.
«Η στρατηγική που η ΠΑΣΚΕ εφάρμοσε και προτείνει να εφαρμοστεί και στο μέλλον για το σ.κ. δεν εξαντλείται στη γενική καταγγελτική στάση έναντι των μνημονίων, των αντεργατικών και αντικοινωνικών μέτρων και της κυβερνητικής πολιτικής», γράφει στην «διακήρυξη αρχών και θέσεων» η παράταξη που κατέχει την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, καλύπτοντας ουσιαστικά τα στελέχη της που από την αρχή εφαρμογής των Μνημονίων εμφανίστηκαν εξαιρετικά απρόθυμα να οργανώσουν τους αγώνες των εργαζομένων. Την ίδια στιγμή ο Γ. Παναγόπουλος, μια μέρα πριν ξεκινήσει το συνέδριο, μιλά για το «στενό κορσέ» και το «ζουρλομανδύα» της λιτότητας «που επέφεραν τα μνημόνια», αποφεύγοντας να προφέρει κουβέντα για τις ευθύνες των κυβερνήσεων, τις πολιτικές που ακολουθούνται και τη στάση της εργοδοσίας.
«Η στρατηγική που η ΠΑΣΚΕ εφάρμοσε και προτείνει να εφαρμοστεί και στο μέλλον για το σ.κ. δεν εξαντλείται στη γενική καταγγελτική στάση έναντι των μνημονίων, των αντεργατικών και αντικοινωνικών μέτρων και της κυβερνητικής πολιτικής», γράφει στην «διακήρυξη αρχών και θέσεων» η παράταξη που κατέχει την πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, καλύπτοντας ουσιαστικά τα στελέχη της που από την αρχή εφαρμογής των Μνημονίων εμφανίστηκαν εξαιρετικά απρόθυμα να οργανώσουν τους αγώνες των εργαζομένων. Την ίδια στιγμή ο Γ. Παναγόπουλος, μια μέρα πριν ξεκινήσει το συνέδριο, μιλά για το «στενό κορσέ» και το «ζουρλομανδύα» της λιτότητας «που επέφεραν τα μνημόνια», αποφεύγοντας να προφέρει κουβέντα για τις ευθύνες των κυβερνήσεων, τις πολιτικές που ακολουθούνται και τη στάση της εργοδοσίας.
Αναντιστοιχία με τη σφοδρότητα της επίθεσης
Η στάση της πλειοψηφίας των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ -με μικρές διαφοροποιήσεις που δεν κατόρθωσαν να αλλάξουν τη γενική εικόνα- επέλεξε να κρατά τη ΓΣΕΕ σε πλήρη αναντιστοιχία με την επίθεση που δέχτηκαν οι εργαζόμενοι όλο το προηγούμενο διάστημα. Έτσι η ΓΣΕΕ καθυστέρησε χαρακτηριστικά να μπει σε κινητοποιήσεις, αλλά και μετά την πρώτη πανεργατική απεργία απέφυγε να συντονίσει και να οργανώσει την αναγκαία άμυνα, επιλέγοντας το ρόλο του «κοινωνικού εταίρου» και των διαβουλεύσεων.
Είναι χαρακτηριστική η στάση παρατηρητή που κράτησε η κορυφαία συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων σε σημαντικούς αγώνες για την προάσπιση του δημόσιου πλούτου, ή στην ανατροπή του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος με το κούρεμα των ομολόγων.
Η ετεροχρονισμένη και γραφειοκρατική κήρυξη απεργιών όχι μόνο δεν προσέφερε διέξοδο στην αγανάκτηση και την ανάγκη για αντίδραση των πληττόμενων ομάδων εργαζομένων, αλλά κορύφωνε την αίσθηση αναποτελεσματικότητας των αγώνων. Κάτι που εκ των υστέρων η ΠΑΣΚΕ εμφανίζει ως δεδομένο, για να θέσει ερωτήματα, ενόψει του συνεδρίου, όπως: «χρειάζεται περισσότερη ή διαφορετική αγωνιστική πρακτική των συνδικάτων;».
Είναι τέτοια η απροθυμία με την οποία αντιμετώπισε η ηγετική πλειοψηφία την αγωνιστική κλιμάκωση, που η ΠΑΣΚΕ δεν αισθάνεται καν την ανάγκη να αναφερθεί στον απολογισμό των 28 πανελλαδικών γενικών απεργιών που εξήγγειλε η ΓΣΕΕ, πολλές από τις οποίες ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένες.
Αν σε επίπεδο οργάνωσης της αντίστασης η ΓΣΕΕ απώλεσε κάθε αξιοπιστία και απομονώθηκε από τους εργαζόμενους ακόμα και στις μεγάλες ΔΕΚΟ από όπου αντλεί οργανωτικά και πολιτικά τη μεγαλύτερη δύναμή της, σε επίπεδο χάραξης στρατηγικής με διατύπωση θέσεων και αιτημάτων για την αντιμετώπιση της κρίσης το συνδικαλιστικό κίνημα εμφανίζεται να παραμένει ακόμα εντελώς εκτός τόπου και χρόνου.
Μια ματιά στην προσυνεδριακή διακήρυξη της ΠΑΣΚΕ δείχνει την προσκόλληση σε ιδεολογικούς προσανατολισμούς κοινωνικού διαλόγου και συνευθύνης. Ακόμα και όροι που διατυπώνονται, όπως η «εθνική κοινωνική συμφωνία» που προτείνει, ή η ανάδειξη της ΓΣΕΕ σε «κεντρικό κοινωνικό διαπραγματευτή», αποδεικνύουν την εμμονή στη ίδια αυτή τακτική που έχει καταστήσει τη ΓΣΕΕ παντελώς αναξιόπιστη.
Από την άλλη λείπουν αναφορές σε θεμελιώδη ζητήματα του συνδικαλιστικού κινήματος, όπως οι συλλογικές συμβάσεις και κυρίως η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, της οποίας η λήξη σε λίγες μέρες αφήνει ανοικτό το πεδίο για νέα επίθεση στους κατώτερους μισθούς, αλλά και οι συνδικαλιστικές ελευθερίες, για τις οποίες δεν δείχνει να ανησυχεί η ΓΣΕΕ.
Η στάση της πλειοψηφίας των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ -με μικρές διαφοροποιήσεις που δεν κατόρθωσαν να αλλάξουν τη γενική εικόνα- επέλεξε να κρατά τη ΓΣΕΕ σε πλήρη αναντιστοιχία με την επίθεση που δέχτηκαν οι εργαζόμενοι όλο το προηγούμενο διάστημα. Έτσι η ΓΣΕΕ καθυστέρησε χαρακτηριστικά να μπει σε κινητοποιήσεις, αλλά και μετά την πρώτη πανεργατική απεργία απέφυγε να συντονίσει και να οργανώσει την αναγκαία άμυνα, επιλέγοντας το ρόλο του «κοινωνικού εταίρου» και των διαβουλεύσεων.
Είναι χαρακτηριστική η στάση παρατηρητή που κράτησε η κορυφαία συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζόμενων σε σημαντικούς αγώνες για την προάσπιση του δημόσιου πλούτου, ή στην ανατροπή του δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος με το κούρεμα των ομολόγων.
Η ετεροχρονισμένη και γραφειοκρατική κήρυξη απεργιών όχι μόνο δεν προσέφερε διέξοδο στην αγανάκτηση και την ανάγκη για αντίδραση των πληττόμενων ομάδων εργαζομένων, αλλά κορύφωνε την αίσθηση αναποτελεσματικότητας των αγώνων. Κάτι που εκ των υστέρων η ΠΑΣΚΕ εμφανίζει ως δεδομένο, για να θέσει ερωτήματα, ενόψει του συνεδρίου, όπως: «χρειάζεται περισσότερη ή διαφορετική αγωνιστική πρακτική των συνδικάτων;».
Είναι τέτοια η απροθυμία με την οποία αντιμετώπισε η ηγετική πλειοψηφία την αγωνιστική κλιμάκωση, που η ΠΑΣΚΕ δεν αισθάνεται καν την ανάγκη να αναφερθεί στον απολογισμό των 28 πανελλαδικών γενικών απεργιών που εξήγγειλε η ΓΣΕΕ, πολλές από τις οποίες ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένες.
Αν σε επίπεδο οργάνωσης της αντίστασης η ΓΣΕΕ απώλεσε κάθε αξιοπιστία και απομονώθηκε από τους εργαζόμενους ακόμα και στις μεγάλες ΔΕΚΟ από όπου αντλεί οργανωτικά και πολιτικά τη μεγαλύτερη δύναμή της, σε επίπεδο χάραξης στρατηγικής με διατύπωση θέσεων και αιτημάτων για την αντιμετώπιση της κρίσης το συνδικαλιστικό κίνημα εμφανίζεται να παραμένει ακόμα εντελώς εκτός τόπου και χρόνου.
Μια ματιά στην προσυνεδριακή διακήρυξη της ΠΑΣΚΕ δείχνει την προσκόλληση σε ιδεολογικούς προσανατολισμούς κοινωνικού διαλόγου και συνευθύνης. Ακόμα και όροι που διατυπώνονται, όπως η «εθνική κοινωνική συμφωνία» που προτείνει, ή η ανάδειξη της ΓΣΕΕ σε «κεντρικό κοινωνικό διαπραγματευτή», αποδεικνύουν την εμμονή στη ίδια αυτή τακτική που έχει καταστήσει τη ΓΣΕΕ παντελώς αναξιόπιστη.
Από την άλλη λείπουν αναφορές σε θεμελιώδη ζητήματα του συνδικαλιστικού κινήματος, όπως οι συλλογικές συμβάσεις και κυρίως η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, της οποίας η λήξη σε λίγες μέρες αφήνει ανοικτό το πεδίο για νέα επίθεση στους κατώτερους μισθούς, αλλά και οι συνδικαλιστικές ελευθερίες, για τις οποίες δεν δείχνει να ανησυχεί η ΓΣΕΕ.
Νόθευση της θέλησης των εργαζομένων
Η αγωνιστική δράση στα χρόνια για τα οποία θεωρητικά απολογείται η ΓΣΕΕ στο συνέδριό της ήταν χρόνια ολοκληρωτικών ανατροπών στο καθεστώς εργασίας. Διευκολύνθηκαν οι απολύσεις, καταργήθηκαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, εξουδετερώθηκαν οι συλλογικές συμβάσεις, η έννοια του κατώτατου μισθού τείνει να εξαφανισθεί, η κοινωνική ασφάλιση τείνει να εξαφανιστεί και η συνδικαλιστική δράση σχεδόν έχει τεθεί υπό απαγόρευση. Σε αυτό το διάστημα δόθηκαν εκατοντάδες αγώνες σε κλαδικό ή επιχειρησιακό επίπεδο, κάποιοι από αυτούς μακράς διάρκειας κι επίμονοι. Οργανώθηκαν συντονισμοί, πραγματοποιήθηκαν ανατροπές, ακόμα και οι γενικές απεργίες που προκήρυσσαν απρόθυμα και ασυντόνιστα η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ έλαβαν διαστάσεις γενικευμένης σύγκρουσης με την πολιτική των κυβερνήσεων και της τρόικας.
Αυτό το ζωντανό κίνημα ελάχιστα αντιπροσωπεύεται στο συνέδριο της Αλεξανδρούπολης. Ο λόγος είναι η διάρθρωση του συνδικαλιστικού κινήματος και οι διαδικασίες που ακολουθούνται, που δεν λαμβάνουν υπόψη τις αλλαγές που συντελέσθηκαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι γενικευμένες απολύσεις, ειδικά σε οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, μείωσαν τόσο τη συνδικαλιστική δύναμη πολλών δευτεροβάθμιων οργανώσεων, που έκαναν αδύνατη την εκπροσώπησή τους στο συνέδριο. Οι αντιπρόσωποι εμφανίζονται μειωμένοι – 430 από 480 περίπου στο προηγούμενο συνέδριο. Με δεδομένο ότι πολλοί από αυτούς τους συνέδρους έχουν προέλθει από εκλογικές διαδικασίες των οργανώσεών τους που μπορεί να φθάνουν 3 με 4 χρόνια πριν, γίνεται αντιληπτό ότι και αυτό το συνέδριο απέχει από το να αντιπροσωπεύει τη βούληση των εργαζομένων.
Επιπλέον τόσο από την Αυτόνομη Παρέμβαση, όσο και από το ΠΑΜΕ υπάρχουν καταγγελίες για νόθες διαδικασίες σε δευτεροβάθμιες οργανώσεις προς όφελος της κατασκευής αντιπροσώπων υπέρ των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ. Βέβαια και οι δυο παραπάνω συνδικαλιστικές παρατάξεις αλληλοκατηγορούνται για συμμετοχή στο παιχνίδι της διαχείρισης (ή της αλλοίωσης) των συσχετισμών.
Όλα αυτά οδηγούν στο αβίαστο συμπέρασμα ότι οι όποιες γραμμές αντιπαρατεθούν στο συνέδριο, είναι αμφίβολο αν αφορούν ακόμα και το μικρό αριθμό συνδικαλισμένων.
Η αγωνιστική δράση στα χρόνια για τα οποία θεωρητικά απολογείται η ΓΣΕΕ στο συνέδριό της ήταν χρόνια ολοκληρωτικών ανατροπών στο καθεστώς εργασίας. Διευκολύνθηκαν οι απολύσεις, καταργήθηκαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, εξουδετερώθηκαν οι συλλογικές συμβάσεις, η έννοια του κατώτατου μισθού τείνει να εξαφανισθεί, η κοινωνική ασφάλιση τείνει να εξαφανιστεί και η συνδικαλιστική δράση σχεδόν έχει τεθεί υπό απαγόρευση. Σε αυτό το διάστημα δόθηκαν εκατοντάδες αγώνες σε κλαδικό ή επιχειρησιακό επίπεδο, κάποιοι από αυτούς μακράς διάρκειας κι επίμονοι. Οργανώθηκαν συντονισμοί, πραγματοποιήθηκαν ανατροπές, ακόμα και οι γενικές απεργίες που προκήρυσσαν απρόθυμα και ασυντόνιστα η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ έλαβαν διαστάσεις γενικευμένης σύγκρουσης με την πολιτική των κυβερνήσεων και της τρόικας.
Αυτό το ζωντανό κίνημα ελάχιστα αντιπροσωπεύεται στο συνέδριο της Αλεξανδρούπολης. Ο λόγος είναι η διάρθρωση του συνδικαλιστικού κινήματος και οι διαδικασίες που ακολουθούνται, που δεν λαμβάνουν υπόψη τις αλλαγές που συντελέσθηκαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι γενικευμένες απολύσεις, ειδικά σε οργανισμούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, μείωσαν τόσο τη συνδικαλιστική δύναμη πολλών δευτεροβάθμιων οργανώσεων, που έκαναν αδύνατη την εκπροσώπησή τους στο συνέδριο. Οι αντιπρόσωποι εμφανίζονται μειωμένοι – 430 από 480 περίπου στο προηγούμενο συνέδριο. Με δεδομένο ότι πολλοί από αυτούς τους συνέδρους έχουν προέλθει από εκλογικές διαδικασίες των οργανώσεών τους που μπορεί να φθάνουν 3 με 4 χρόνια πριν, γίνεται αντιληπτό ότι και αυτό το συνέδριο απέχει από το να αντιπροσωπεύει τη βούληση των εργαζομένων.
Επιπλέον τόσο από την Αυτόνομη Παρέμβαση, όσο και από το ΠΑΜΕ υπάρχουν καταγγελίες για νόθες διαδικασίες σε δευτεροβάθμιες οργανώσεις προς όφελος της κατασκευής αντιπροσώπων υπέρ των ΠΑΣΚΕ και ΔΑΚΕ. Βέβαια και οι δυο παραπάνω συνδικαλιστικές παρατάξεις αλληλοκατηγορούνται για συμμετοχή στο παιχνίδι της διαχείρισης (ή της αλλοίωσης) των συσχετισμών.
Όλα αυτά οδηγούν στο αβίαστο συμπέρασμα ότι οι όποιες γραμμές αντιπαρατεθούν στο συνέδριο, είναι αμφίβολο αν αφορούν ακόμα και το μικρό αριθμό συνδικαλισμένων.
Θυμήθηκαν τη ΘράκηΗμερίδα για τις αναπτυξιακές δυνατότητες της Αν. Μακεδονίας – Θράκης πραγματοποίησε η ΓΣΕΕ με το Ινστιτούτο της μια μέρα πριν από την έναρξη του συνεδρίου, σε μια φανερή προσπάθεια να αιτιολογήσουν την επιλογή τους για ένα ακόμα απομακρυσμένο συνέδριο. Την ημερίδα απασχόλησαν οι Ειδικές Οικονομικές Ζώνες, για τις οποίες η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι κινεζοποιούν τις ελληνικές περιφέρειες.
Το γεγονός ότι το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ εμφανίζεται εργοδότης δεκάδων κακοπληρωμένων θέσεων εργασίας στην ευρύτερη περιοχή με το σύστημα της κοινωφελούς εργασίας δεν απασχόλησε την ημερίδα…
Το γεγονός ότι το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ εμφανίζεται εργοδότης δεκάδων κακοπληρωμένων θέσεων εργασίας στην ευρύτερη περιοχή με το σύστημα της κοινωφελούς εργασίας δεν απασχόλησε την ημερίδα…
Διαρροές και πιθανές εκπλήξειςΟ κυβερνητισμός και η προσκόλληση στα κόμματα αναφοράς τόσο της ΠΑΣΚΕ, όσο και της ΔΑΚΕ βρίσκουν και τις δυο παρατάξεις τραυματισμένες. Μεγαλύτερο πρόβλημα αντιμετωπίζει η ΠΑΣΚΕ, αφού λίγες μέρες πριν το συνέδριο έκανε την εμφάνισή της μια νέα παράταξη με το όνομα Ενωτικό Μέτωπο Εργατικών Ισχυρών Συνδικάτων, την οποία συγκροτούν επώνυμα συνδικαλιστικά στελέχη, όπως οι Ν. Φωτόπουλος της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, Ν. Ορφανός (Πετρέλαια), Ν. Κουλουμπαρίτσης (ΟΑΣΑ), Σ. Σαλουφάκου (ΕΚΑ) κ.ά. και εμφανίζονται να ελέγχουν 38 από τους περίπου 185 συνέδρους που διαθέτει συνολικά η πρώην μεγάλη παράταξη του ΠΑΣΟΚ. Για τη ΔΑΚΕ τα πράγματα εμφανίζονται κάπως καλύτερα μετά την επανάκαμψη του επικεφαλής της Ν. Κιουτσούκη (ο οποίος είχε διαγραφεί από την παράταξη) αν και οι δυνάμεις της είναι μειωμένες.
Ενισχυμένη εμφανίζεται η Αυτόνομη Παρέμβαση, κυρίως από την αύξηση των εκλεγμένων αντιπροσώπων της σε μεγάλες οργανώσεις όπως η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων και το Εργατικό Κέντρο Πειραιά, ενώ διεκδικεί σημαντική αύξηση στην εκπροσώπησή της στο νέο Δ.Σ. της ΓΣΕΕ (διέθετε τρεις έδρες). Η δύναμη του ΠΑΜΕ εμφανίζεται σταθερή, παρά τη μείωση των αντιπροσώπων από παραδοσιακές ομοσπονδίες που ελέγχει (Οικοδόμοι).
Συνολικά στο συνέδριο λαμβάνουν μέρος 430 αντιπρόσωποι από 130 οργανώσεις.
Ενισχυμένη εμφανίζεται η Αυτόνομη Παρέμβαση, κυρίως από την αύξηση των εκλεγμένων αντιπροσώπων της σε μεγάλες οργανώσεις όπως η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Υπαλλήλων και το Εργατικό Κέντρο Πειραιά, ενώ διεκδικεί σημαντική αύξηση στην εκπροσώπησή της στο νέο Δ.Σ. της ΓΣΕΕ (διέθετε τρεις έδρες). Η δύναμη του ΠΑΜΕ εμφανίζεται σταθερή, παρά τη μείωση των αντιπροσώπων από παραδοσιακές ομοσπονδίες που ελέγχει (Οικοδόμοι).
Συνολικά στο συνέδριο λαμβάνουν μέρος 430 αντιπρόσωποι από 130 οργανώσεις.
του Γιώργου Κατερίνη, εφημερίδα "δρόμος της Αριστεράς", 22-23/3/2013