Σε «μακρύ αγκάθι» (spina lunga) φαίνεται ότι εξελίσσεται η υπόθεση της αξιοποίησης των βραχονησίδων. Μια και, σύμφωνα με τον κατάλογο παραχώρησης προς εκμετάλλευση από ιδιώτες, περιλαμβάνεται και η Σπιναλόγκα.
Η είδηση ότι το νησί ( το οποίο κλείνει από τα βόρεια τον κόλπο της Ελούντας στην Επαρχία Μεραμπέλλου του Νομού Λασιθίου Κρήτης), που έγινε και πάλι γνωστό εξαιτίας της τηλεοπτικής σειράς, «πωλείται» για να μπουν έσοδα στο χαρτοφυλάκιο του κράτους έχει ήδη προκαλέσει μια σειρά από αντιδράσεις στην τοπική κοινωνία του Αγίου Νικολάου.
Εκφραστής ο δήμαρχος Αγίου Νικολάου Δημήτρης Κουνενάκης, ο οποίος σε δηλώσεις του υποστηρίζει με νόημα ότι «κάποιοι ανεγκέφαλοι, χωρίς ηθική και σκέψη, έβαλαν σε ένα πακέτο τη Σπιναλόγκα για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις της τρόικας. Είναι δυνατόν να αφαιρέσουν τη Σπιναλόγκα, την ψυχή της περιοχής; Αν αφαιρέσεις την ψυχή μιας περιοχής, τι μένει; Ενα κενό».
Μάλιστα, επιχειρηματολογώντας υπέρ των απόψεών του, ο κ. Κουνενάκης επισημαίνει ότι «η επισκεψιμότητα στο νησί, ιδιαίτερα μετά την προβολή του από την τηλεόραση, αποφέρει τεράστια έσοδα στην Πολιτεία. Δεν μπορεί να γίνονται τέτοιες διαρροές, την ώρα μάλιστα που εκτός των άλλων επιχειρείται η ένταξη του νησιού στον κατάλογο της παγκόσμιας κληρονομίας της UNESCO».
Να σημειώσουμε ότι χιλιάδες άνθρωποι επισκέπτονται κάθε χρόνο το πανέμορφο αυτό νησάκι με καραβάκια που ξεκινούν κάθε μία ώρα από τον Αγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι, στη στεριά, και απέχει περίπου 800 μέτρα.
Το 1905 η Σπιναλόγκα χρησιμοποιήθηκε ως Λεπροκομείο, όπου οδηγήθηκαν όλοι οι λεπροί της Κρήτης, οι οποίοι πρώτα βρίσκονταν απομονωμένοι στη «Μεσκινιά», έξω από το Ηράκλειο, και θεωρούνταν εστία μολύνσεως και για τον υπόλοιπο λαό.
Κατά την περίοδο της ιταλογερμανικής Κατοχής, οι κατακτητές δεν τολμούσαν να αφήσουν ελεύθερους τους λεπρούς και ήταν αναγκασμένοι να τους τροφοδοτούν οι ίδιοι, δεδομένου ότι το απέναντι χωριό, την Πλάκα, το είχαν εκκενώσει και είχαν διώξει τους κατοίκους σε άλλα χωριά, όλη δε την παράλια περιοχή την είχαν οχυρώσει με πολυβολεία, υπόγειες στοές, ναρκοπέδια, γιατί φοβούνταν απόβαση των Αγγλων σ’ εκείνο το μέρος. Ούτε ποτέ μπήκε στο νησάκι Ιταλός ή Γερμανός και γι’ αυτό λειτουργούσαν παράνομα ραδιόφωνα και ο διευθυντής Γραμματικάκης, ιατρός, αντέγραφε τις ειδήσεις του Λονδίνου και του Καΐρου και τις μοίραζε ως δελτία ειδήσεων στους κατοίκους. Τελικά το 1957 έκλεισε, μια και η λέπρα «εξαφανίστηκε» με τη χρήση αντιβιοτικών φαρμάκων.
του Νίκου Ελευθερόγλου, "Δημοκρατία", 8/9/2012