ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ-ΦΡΕΝΟ ΣΤΟ ΚΥΝΗΓΙ ΤΩΝ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ
Το πράσινο φως, στις αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση για τη θωράκιση του νομοθετικού πλαισίου σχετικά με τη λειτουργία των εισπρακτικών εταιρειών, που ισχύει από το 2009 αλλά αποδείχθηκε ανεπαρκές, ανάβει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Με πολυσέλιδο έγγραφό της προς τον γενικό γραμματέα Καταναλωτή, η Αρχή διατυπώνει κυρίως νομοτεχνικές παρατηρήσεις για το προσχέδιο νόμου που έχει τεθεί σε δημόσια διαβούλευση.
Με τις νέες ρυθμίσεις επιχειρείται να μπει φρένο στο κυνήγι των οφειλετών και να οριοθετηθούν οι κανόνες και οι υποχρεώσεις που οφείλουν να τηρούν οι «εταιρείες ενημέρωσης οφειλετών», όπως έχουν μετονομαστεί οι εισπρακτικές εταιρείες, αλλά και οι τράπεζες και άλλοι δανειστές (εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, πολυκαταστήματα κ.λπ.), με στόχο την προστασία των δανειοληπτών από αθέμιτες πρακτικές.
Στο πλαίσιο αυτό, η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή θα μπορεί να ασκεί αυτεπαγγέλτως ελέγχους για την παραβίαση των κανόνων και όχι μόνον ύστερα από σχετική καταγγελία.
Σύμφωνα με το νέο καθεστώς:
1 Ο δανειστής διαβιβάζει στην εταιρεία μόνον τα αναγκαία στοιχεία για την ενημέρωση του οφειλέτη και τη διαπραγμάτευση των όρων αποπληρωμής των οφειλών. Παράλληλα, ενημερώνει τον οφειλέτη για τη διαβίβαση των δεδομένων του στην εταιρεία.
2 Η τηλεφωνική επικοινωνία από την εταιρεία ή τον δανειστή για την ενημέρωση του οφειλέτη για ληξιπρόθεσμη απαίτηση επιτρέπεται έπειτα από 10 ημέρες από την ημέρα που αυτή κατέστη ληξιπρόθεσμη.
3 Επιτρέπεται να πραγματοποιείται από τις 9 το πρωί μέχρι τις 8 το βράδυ και μόνο τις εργάσιμες ημέρες. Η συχνότητα των οχλήσεων δεν μπορεί να υπερβαίνει τη μία ανά δεύτερη ημέρα.
4 Εάν ο οφειλέτης δηλώνει απροθυμία ή δυσχέρειες ανταπόκρισης, η εταιρεία οφείλει να μην αρχίσει ή να σταματήσει την ενημέρωση.
5 Η τηλεφωνική επικοινωνία στον χώρο εργασίας του οφειλέτη επιτρέπεται μόνον εφόσον ο ίδιος έχει δηλώσει ως μοναδικό τηλεφωνικό αριθμό τον συγκεκριμένο και η επικοινωνία γίνεται έτσι, ώστε να μη γνωστοποιείται σε τρίτους το περιεχόμενό της.
6 Απαγορεύεται η επικοινωνία εταιρειών με τους οφειλέτες, μετά την έναρξη δικαστικών πράξεων ή αναγκαστικής εκτέλεσης.
7 Απαγορεύεται στις εταιρείες να διαβιβάζουν τα στοιχεία των οφειλετών σε τρίτους (π.χ. θυγατρικές εταιρείες των εταιρειών ενημέρωσης), με ή χωρίς αντάλλαγμα, καθώς και να τα χρησιμοποιούν για άλλους σκοπούς. Πρόσβαση στα στοιχεία έχει η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, προκειμένου να ελέγχει εάν τηρείται ο νόμος, αλλά και άλλες δημόσιες αρχές, όπως οι δικαστικές.
8 Οι εταιρείες υποχρεούνται να τηρούν ηλεκτρονικό αρχείο, στο οποίο θα καταγράφονται τα στοιχεία όλων των τηλεφωνικών επικοινωνιών προς τον οφειλέτη (ημερομηνία, ώρα, οφειλή και τυχόν δήλωση του οφειλέτη ότι αρνείται περαιτέρω επικοινωνία). Τα στοιχεία καταστρέφονται ύστερα από έξι μήνες από την τελευταία επικοινωνία.
9 Οι εταιρείες οφείλουν μέσα σε 10 ημέρες, από την υποβολή αιτήματος του οφειλέτη ή καταγγελίας στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή, να δίνουν όλα τα στοιχεία των τηλεφωνικών επικοινωνιών. Την ίδια υποχρέωση έχουν και οι φορείς παροχής ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
10 Οι εταιρείες καταγράφουν υποχρεωτικά, για διάστημα μέχρι έξι μήνες, το περιεχόμενο κάθε τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον οφειλέτη, το οποίο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε βάρος του, είτε δικαστικώς είτε εξωδικαστικώς. Ο οφειλέτης ενημερώνεται ότι η καταγραφή γίνεται για τη διασφάλιση των δικών του δικαιωμάτων και μόνο.
της Βάνας Φωτοπούλου, από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", 11/8/2011