Σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου υπολογίζει την είσπραξη η ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Οι συνταξιούχοι θα μπορούν να πάρουν πολύ περισσότερα χρήματα λόγω αναπροσαρμογής των συντάξεων
Ανοίγει ο δρόμος για ευνοϊκότερη είσπραξη αναδρομικών συντάξεων σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Οι συνταξιούχοι που δικαιώνονται δικαστικά στις δεκάδες χιλιάδες εκκρεμείς δίκες ετησίως και κρίνεται ότι δικαιούνται μεγαλύτερη σύνταξη λόγω εσφαλμένου υπολογισμού της από την πολιτεία, θα μπορούν να εισπράξουν αναδρομικά πολύ μεγαλύτερα ποσά από τη διαφορά που προκύπτει από την αναπροσαρμογή των συντάξεων.
Το Ευρωδικαστήριο ερμηνεύει πολύ πιο ευνοϊκά για τους συνταξιούχους (σε σύγκριση με τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων) τις διατάξεις που καθορίζουν την παραγραφή των οικονομικών τους αξιώσεων, που προκύπτουν είτε από αίτημα συνταξιοδότησης είτε από αίτημα για αύξηση του ποσού της σύνταξης. Ανατρέποντας τα ελληνικά δεδομένα, «δίνει γραμμή» στο Ελεγκτικό Συνέδριο να κάνει το ίδιο.
Η ελληνική νομοθεσία προβλέπει την 3ετή παραγραφή των οικονομικών διεκδικήσεων των συνταξιούχων. Η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων υπολόγιζε, όμως, την 3ετία αυτή από τότε που εκδόθηκε η δικαστική απόφαση που δικαίωνε τον συνταξιούχο. Αν π.χ. το Ελεγκτικό Συνέδριο εξέδιδε το 2010 την αμετάκλητη απόφαση που αναγνώριζε ότι η πολιτεία έκανε λάθος και ο συνταξιούχος δικαιούνταν μεγαλύτερη σύνταξη, η αναδρομική αύξησή της θα μπορούσε να γίνει από το 2007, μία τριετία πριν από τη δικαστική απόφαση.
Η διένεξη
Ανοίγει ο δρόμος για ευνοϊκότερη είσπραξη αναδρομικών συντάξεων σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου, με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Οι συνταξιούχοι που δικαιώνονται δικαστικά στις δεκάδες χιλιάδες εκκρεμείς δίκες ετησίως και κρίνεται ότι δικαιούνται μεγαλύτερη σύνταξη λόγω εσφαλμένου υπολογισμού της από την πολιτεία, θα μπορούν να εισπράξουν αναδρομικά πολύ μεγαλύτερα ποσά από τη διαφορά που προκύπτει από την αναπροσαρμογή των συντάξεων.
Το Ευρωδικαστήριο ερμηνεύει πολύ πιο ευνοϊκά για τους συνταξιούχους (σε σύγκριση με τη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων) τις διατάξεις που καθορίζουν την παραγραφή των οικονομικών τους αξιώσεων, που προκύπτουν είτε από αίτημα συνταξιοδότησης είτε από αίτημα για αύξηση του ποσού της σύνταξης. Ανατρέποντας τα ελληνικά δεδομένα, «δίνει γραμμή» στο Ελεγκτικό Συνέδριο να κάνει το ίδιο.
Η ελληνική νομοθεσία προβλέπει την 3ετή παραγραφή των οικονομικών διεκδικήσεων των συνταξιούχων. Η νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων υπολόγιζε, όμως, την 3ετία αυτή από τότε που εκδόθηκε η δικαστική απόφαση που δικαίωνε τον συνταξιούχο. Αν π.χ. το Ελεγκτικό Συνέδριο εξέδιδε το 2010 την αμετάκλητη απόφαση που αναγνώριζε ότι η πολιτεία έκανε λάθος και ο συνταξιούχος δικαιούνταν μεγαλύτερη σύνταξη, η αναδρομική αύξησή της θα μπορούσε να γίνει από το 2007, μία τριετία πριν από τη δικαστική απόφαση.
Η διένεξη
Όμως η διένεξη μπορεί να είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα και ο συνταξιούχος να είχε υποβάλει ένσταση κατά του εσφαλμένου υπολογισμού της σύνταξής του (ή της άρνησης παροχής σύνταξης) μερικά χρόνια νωρίτερα, προσβάλλοντας τη σχετική πράξη π.χ. του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ).
Ωστόσο, ενώ η αντιπαράθεση είχε αρχίσει π.χ. από το 2004 και η προσφυγή πλέον κατά της πράξης της Επιτροπής Διακανονισμού των Συντάξεων να καθυστερούσε στα δικαστήρια (λόγω του γνωστού φόρτου και όγκου των υποθέσεων), η καθυστέρηση αυτή λειτουργούσε σε βάρος της οικονομικής αξίωσης του συνταξιούχου που δεν ευθυνόταν, αφού τα αναδρομικά περιορίζονταν μόνο στην τριετία πριν από τη δικαστική απόφαση.
Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δέχεται ότι ο συγκεκριμένος τρόπος υπολογισμού της τριετούς παραγραφής περιορίζει ανεπίτρεπτα τα περιουσιακά δικαιώματα των συνταξιούχων, παραβιάζοντας το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Το Ευρωδικαστήριο του Στρασβούργου δέχτηκε ότι όταν καθυστερούν τα διοικητικά δικαστήρια να αποφανθούν για μία συνταξιοδοτική διαφορά, εκείνος που βλάπτεται από την καθυστέρηση είναι ο συνταξιούχος, ενώ το Δημόσιο επωφελείται γιατί καταβάλλει λιγότερα χρήματα.
Με τον υπολογισμό της 3ετίας από την έκδοση της δικαστικής απόφασης, ο συνταξιούχος δικαιούται να εισπράξει μικρότερα αναδρομικά, ενώ το κράτος που υπολόγισε εσφαλμένα τη σύνταξή του γλιτώνει την καταβολή χρημάτων που του χρωστά.
Το σκεπτικό του Ευρωδικαστηρίου
Τι προβλέπεται από τη νομοθεσία
Το Ευρωδικαστήριο δέχεται ότι ο υπολογισμός της τριετίας πρέπει να γίνεται από τότε που το κράτος απάντησε εσφαλμένα αρνητικά στην ένσταση του πολίτη για μεγαλύτερη σύνταξη.
Παράλληλα σημειώνει ότι δεν μπορεί στην πράξη να τιμωρείται ο συνταξιούχος για σφάλματα των διοικητικών υπηρεσιών στον καθορισμό του ύψους της σύνταξης και να βρίσκεται σε δυσχερή θέση σε σύγκριση με άλλους συνταξιούχους.
Με την ανατροπή αντίθετης απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ) δίνεται κατευθυντήρια γραμμή στην Ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου να υπολογίζει ευνοϊκότερα τις αναδρομικές αυξήσεις των συντάξεων, κάτι που θα γίνει πολύ σύντομα, ανοίγοντας τον δρόμο σε καταβολή τεράστιων κονδυλίων και προκαλώντας νέο «πονοκέφαλο» στο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο.
του Αλ. Αυλωνίτη, από την εφημερίδα "Έθνος", 16/2/2010
Ωστόσο, ενώ η αντιπαράθεση είχε αρχίσει π.χ. από το 2004 και η προσφυγή πλέον κατά της πράξης της Επιτροπής Διακανονισμού των Συντάξεων να καθυστερούσε στα δικαστήρια (λόγω του γνωστού φόρτου και όγκου των υποθέσεων), η καθυστέρηση αυτή λειτουργούσε σε βάρος της οικονομικής αξίωσης του συνταξιούχου που δεν ευθυνόταν, αφού τα αναδρομικά περιορίζονταν μόνο στην τριετία πριν από τη δικαστική απόφαση.
Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου δέχεται ότι ο συγκεκριμένος τρόπος υπολογισμού της τριετούς παραγραφής περιορίζει ανεπίτρεπτα τα περιουσιακά δικαιώματα των συνταξιούχων, παραβιάζοντας το 1ο Πρόσθετο Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ).
Το Ευρωδικαστήριο του Στρασβούργου δέχτηκε ότι όταν καθυστερούν τα διοικητικά δικαστήρια να αποφανθούν για μία συνταξιοδοτική διαφορά, εκείνος που βλάπτεται από την καθυστέρηση είναι ο συνταξιούχος, ενώ το Δημόσιο επωφελείται γιατί καταβάλλει λιγότερα χρήματα.
Με τον υπολογισμό της 3ετίας από την έκδοση της δικαστικής απόφασης, ο συνταξιούχος δικαιούται να εισπράξει μικρότερα αναδρομικά, ενώ το κράτος που υπολόγισε εσφαλμένα τη σύνταξή του γλιτώνει την καταβολή χρημάτων που του χρωστά.
Το σκεπτικό του Ευρωδικαστηρίου
Τι προβλέπεται από τη νομοθεσία
Το Ευρωδικαστήριο δέχεται ότι ο υπολογισμός της τριετίας πρέπει να γίνεται από τότε που το κράτος απάντησε εσφαλμένα αρνητικά στην ένσταση του πολίτη για μεγαλύτερη σύνταξη.
Παράλληλα σημειώνει ότι δεν μπορεί στην πράξη να τιμωρείται ο συνταξιούχος για σφάλματα των διοικητικών υπηρεσιών στον καθορισμό του ύψους της σύνταξης και να βρίσκεται σε δυσχερή θέση σε σύγκριση με άλλους συνταξιούχους.
Με την ανατροπή αντίθετης απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ) δίνεται κατευθυντήρια γραμμή στην Ολομέλεια του ανωτάτου δικαστηρίου να υπολογίζει ευνοϊκότερα τις αναδρομικές αυξήσεις των συντάξεων, κάτι που θα γίνει πολύ σύντομα, ανοίγοντας τον δρόμο σε καταβολή τεράστιων κονδυλίων και προκαλώντας νέο «πονοκέφαλο» στο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο.
του Αλ. Αυλωνίτη, από την εφημερίδα "Έθνος", 16/2/2010