ΤΗ ΣΚΥΤΑΛΗ ΑΝΑΜΕΝΕΤΑΙ ΝΑ ΠΑΡΕΙ Ο ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
Κύμα προσφυγών για τον κεφαλικό φόρο (έκτακτη ειδική εισφορά αλληλεγγύης) και το τέλος επιτηδεύματος αναμένεται να κατατεθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Ήδη χθες ο δικηγόρος Αγγελος Τσιγκρής, πρώην υποψήφιος βουλευτής της Ν.Δ. στην Αχαΐα, προσέφυγε στο ανώτατο δικαστήριο κατά των συγκεκριμένων φοροεισπρακτικών μέτρων που επιβλήθηκαν με απόφαση του υπουργού Οικονομικών τον περασμένο Αύγουστο, ζητώντας να κηρυχθούν αντισυνταγματικά και παράνομα.
Θέμα χρόνου είναι και η υποβολή προσφυγής στο ΣτΕ από τον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών -θα αναρτηθεί και στην ιστοσελίδα του- που θα συνοδευθεί με αίτημα να εκδικασθεί η υπόθεση ενώπιον της Ολομέλειας με τη διαδικασία-εξπρές της «πρότυπης δίκης». Αυτό σημαίνει ότι η απόφαση που θα ληφθεί θα αποτελέσει «πιλότο» για όλες τις συναφείς υποθέσεις.
Στην αίτησή του ο κ. Τσιγκρής τονίζει ότι οι φορολογούμενοι για να καταβάλουν τους αμφισβητούμενους έκτακτους φόρους, που είναι δυσανάλογοι σε σχέση με τη φοροδοτική ικανότητά τους, μπορεί να καταφύγουν σε δανεισμό και αν δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν, κινδυνεύουν με την επιβολή μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος τους, όπως είναι η κατάσχεση της περιουσίας τους.
Ονομάζεται τέλος, είναι φόρος
Ως προς τη νομική θεμελίωση των επιχειρημάτων του, υποστηρίζει ότι το τέλος επιτηδεύματος ψευδεπίγραφα αποκαλείται έτσι και όχι φόρος, αφού δεν προβλέπεται ειδικό αντάλλαγμα από το κράτος: «Το τέλος επιτηδεύματος έχει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του φόρου. Πρόκειται για χρηματική, υποχρεωτική και οριστική οικονομική επιβάρυνση των φορολογουμένων, επιτηδευματιών και ελεύθερων επαγγελματιών προς το κράτος προς εκπλήρωση δημοσίου σκοπού που πραγματοποιείται με βάση προνόμια δημόσιας εξουσίας και η οποία δίνεται χωρίς ειδικό αντάλλαγμα».
Παραπέμπει μάλιστα σε νομολογία του ίδιου του ΣτΕ, που έχει δεχθεί ότι «μια οικονομική επιβάρυνση έχει το χαρακτήρα φόρου και όχι τέλους, ακόμη και αν ονομάζεται έτσι, σε περίπτωση που δεν προβλέπεται ειδικό αντάλλαγμα από το κράτος ή άλλο δημόσιο φορέα».
Σύμφωνα με την προσφυγή, η υπουργική απόφαση για «τη διαδικασία για τη βεβαίωση και είσπραξη της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα φυσικά πρόσωπα, της έκτακτης εισφοράς σε αντικειμενικές δαπάνες και του τέλους επιτηδεύματος» παραβιάζει το άρθρο 78 του Συντάγματος, που καθιερώνει τις αρχές της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών, της φορολογικής ισότητας, της νομιμότητας του φόρου, τη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας, ενώ είναι αντίθετη με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) που κατοχυρώνει το δικαίωμα στην περιουσία.
Στην πραγματικότητα, με το τέλος επιτηδεύματος επιβάλλεται «κεφαλικός φόρος» στους ελεύθερους επαγγελματίες και τους επιτηδευματίες και μάλιστα όχι ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, αλλά με κριτήρια μη αντικειμενικά, όπως είναι ο τόπος εγκατάστασής τους. Αυτό σημαίνει ότι δύο φορολογούμενοι που είναι εγκατεστημένοι στην Αθήνα, με εισοδήματα 20.000 και 200.000 ευρώ ο καθένας, θα φορολογηθούν με το ίδιο ποσό των 400 ευρώ.