23 Ιουν 2011

Μονιμοποίηση συμβασιούχων

ΓΙΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ 2001 ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ Ο ΑΡ. ΠΑΓΟΣ
*ΑΝΟΙΓΕΙ Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΟΥΣ

Μονιμοποίηση για τους συμβασιούχους που είχαν προσληφθεί πριν από το 2001 δείχνει η απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που δημοσιεύτηκε χθες, η οποία, σύμφωνα με νομικούς, ανοίγει παράθυρο δικαίωσης και για τους συμβασιούχους της νεότερης γενιάς, μέχρι το 2003.
Το ανώτατο δικαστήριο, με αφορμή την προσφυγή καθαριστριών του ΟΠΑΠ, δέχεται ότι οι παλαιότεροι συμβασιούχοι του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες μπορούν να μονιμοποιηθούν, καθώς οι αγωγές τους εκκρεμούσαν πριν από τη συνταγματική αναθεώρηση του Απριλίου του 2001, κατά την οποία περιελήφθη η γνωστή διάταξη που απαγορεύει τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου.
Ωστόσο, κατά τον σύμβουλο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δ. Βερβεσό, η απόφαση επεκτείνει τη δικαστική προστασία και στους συμβασιούχους που είχαν καταρτίσει μία ή περισσότερες συμβάσεις πριν από τις 8.4.2003, ημερομηνία ενσωμάτωσης της κοινοτικής οδηγίας 1999/70 στο εσωτερικό μας δίκαιο. Όπως τονίζει στην «Ε», στις περιπτώσεις αυτές, σύμφωνα με την απόφαση, πρέπει να εφαρμόζεται ο προστατευτικός νόμος Βενιζέλου (2112/1920) που εμποδίζει τις καταστρατηγήσεις, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι οι εργαζόμενοι καλύπτουν πάγιες ανάγκες.

Δεν τόλμησαν

Πάντως οι αρεοπαγίτες δεν έκαναν το τολμηρό νομολογιακό βήμα, παρά το γεγονός ότι στη διάσκεψη της Ολομέλειας υποστηρίχτηκε η άποψη ότι στο σκεπτικό της απόφασης πρέπει να διατυπωθεί ότι η συνταγματική απαγόρευση μονιμοποιήσεων αφορά τη νομοθετική λειτουργία και όχι τη δικαστική εξουσία.
Δεν διευκρίνισαν δηλαδή ρητώς ότι η απαγόρευση δεν απευθύνεται στα δικαστήρια, τα οποία μπορούν κατά περίπτωση να αποφαίνονται κυριαρχικά για τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό μιας εργασιακής σχέσης, αν είναι ορισμένου ή αορίστου χρόνου, και έτσι να διατάσσουν τη μονιμοποίηση εργαζομένων, χωρίς να τα εμποδίζει ο συνταγματικός φραγμός.
Το δικαστήριο, με ψήφους 26-20, πήγε κόντρα στις αρνητικές προτάσεις του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ι. Τέντε και του εισηγητή Α. Δουλγεράκη που ζητούσαν την απόρριψη των αγωγών των καθαριστριών του ΟΠΑΠ, με το επιχείρημα ότι η συνταγματική απαγόρευση δεν αφήνει κανένα περιθώριο μονιμοποιήσεων, ακόμη κι αν κριθεί ότι οι εργαζόμενοι καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες.
Έκριναν ότι «αποτελεί έργο του δικαστηρίου ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός της σύμβασης εργασίας, ανεξάρτητα από το χαρακτηρισμό που δίνουν ο νόμος και ο κανονισμός (στη συγκεκριμένη περίπτωση του ΟΠΑΠ) που έχει ισχύ νόμου». Οπως σημειώνουν, το ίδιο έχουν δεχτεί και οι αποφάσεις της Ολομέλειας 18/2006 και 19/2007, μόνο για το διάστημα μέχρι τις 17.4.2001 που άρχισε να ισχύει η απαγόρευση μετατροπής των συμβάσεων του άρθρου 103 του Συντάγματος.

Το σκεπτικό

Ξεκαθαρίζουν ότι στην περίπτωση των καθαριστριών του ΟΠΑΠ, που είχαν προσληφθεί το 1990 και 1991 με ημερήσιες συμβάσεις εργασίας, εφαρμόζεται το νομοθετικό πλαίσιο που ίσχυε τότε, δηλαδή ο προστατευτικός νόμος 2112/20 που επιτρέπει τη μονιμοποίησή τους και όχι οι μεταγενέστερες ρυθμίσεις του Συντάγματος και της κοινοτικής οδηγίας 1999/70.
Στο πολυσέλιδο σκεπτικό τους αναφέρουν ότι πριν από την κοινοτική οδηγία 1999/70 που ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη στις 8.4.2003, η διασφάλιση των εργαζομένων γινόταν με το ν. 2112/20, ο οποίος «αξιοποιήθηκε γενικότερα για τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό των συμβάσεων εργασίας ως ορισμένου ή αορίστου χρόνου με πληρέστερη προστασία και από τη μεταγενέστερη κοινοτική οδηγία εφόσον πρόκειται για διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου που καλύπτουν πραγματικά πάγιες και διαρκείς ανάγκες της υπηρεσίας».

της Βάνας Φωτοπούλου, από την εφημερίδα "Ελευθεροτυπία", 23/6/2011