4 Μαρ 2011

Γερμανικές... χειροπέδες

Υπό τη σκιά των μεγάλων λα­ϊκών εξεγέρσεων στον αρα­βικό κόσμο που, εκτός όλων των άλλων, έχουν πυροδοτή­σει έναν παροξυσμό κερδοσκοπίας στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων με απρόβλεπτες διαστάσεις και προε­κτάσεις για την παγκόσμια οικονομία, όπως επίσης και υπό τη σκιά των εκλο­γών στην Ιρλανδία, που απ’ ό,τι φαίνε­ται θα μετατρέψουν την οικονομική κρίση της ευρωζώνης σε ανοιχτά πολι­τική για το σύνολο των κρατών-μελών, συνεχίζονται τα πάρε-δώσε ανάμεσα στους ισχυρούς προκειμένου να βρε­θεί έγκαιρα – ως το τέλος Μαρτίου – κάποια μορφή μηχανισμού διαχείρισης των χρεοκοπιών εντός της ευρωζώνης.
Προς το παρόν όλα είναι ανοιχτά. Κι όλα προμηνύουν μια δραματική επι­δείνωση της κατάστασης. Ιδίως για τις χώρες, όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται ήδη σε κατάσταση χρεοκοπίας.

Όλα στη Μέρκελ

Εν τω μεταξύ ο πρωθυπουργός της χώρας δίνει ρεσιτάλ υποτέλειας που ξεπερνά κάθε όριο πολιτικής ευπρέ­πειας. Η Ελλάδα προσδέθηκε στο άρμα της Γερμανίας «με την ελπίδα ότι έτσι θα επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή (συ­νολική) λύση στο πρόβλημα του χρέ­ους», όπως έγραφε το «Βήμα» (25/2) απηχώντας κυβερνητικούς κύκλους. Έτσι ο κ. Γ. Παπανδρέου και ο υπουργός Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου εμφανίστηκαν σε δημόσιες δηλώσεις τους και σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις να υποστηρίζουν το γερμανικό σχέδιο για το «σύμφωνο ανταγωνιστικότητας», χωρίς όμως να έχουν λάβει καμιά επί­σημη διαβεβαίωση για τους όρους που θα συνοδεύσουν την επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου προς την τρόικα. Τα έδωσαν όλα εν λευκώ και δεν πήραν ούτε καν υπόσχεση.
Ο κ. Παπανδρέου δεν έχασε την ευ­καιρία ακόμη και δημόσια να κρατήσει μια στάση που ταιριάζει περισσότερο σε γιουσουφάκι, παρά σε πολιτικό εκ­πρόσωπο κράτους. Κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου (23/2) με την καγκελάριο Μέρκελ, ο Ελληνας πρωθυπουργός δήλωσε: «Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για την υποστήριξη, τη φιλία και τη φιλοξενία σου. Όπως εί­πε και η Άνγκελα, έχουμε στενή διμε­ρή συνεργασία σε πολλούς τομείς, από τον τουρισμό, την υγεία και την πράσι­νη ανάπτυξη μέχρι το περιβάλλον μας και τα δάση – και σε ευχαριστώ γι’ αυ­τό». Από το «ευχαριστώ τις ΗΠΑ» του κ. Σημίτη για τις γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο μετά το φιάσκο των Ιμίων, στο «ευχαρι­στώ την Άνγκελα» του κ. Γ. Παπανδρέ­ου για την επιβολή καθεστώτος Νταχά­ου στην Ελλάδα και την ευρωζώνη. Και φυσικά η «στενή διμερής συνεργασία» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός σημαί­νει πολύ απλά ότι η Ελλάδα μετατρέπε­ται σε εμπορική αποικία της Γερμανίας για να πουλά υποβρύχια που γέρνουν και μονοπωλιακά υπερτιμημένα εμπο­ρεύματα, να εκμεταλλεύεται υποδο­μές, δημόσια περιουσία, ακόμη και δά­ση. Όλα στη διάθεση των τραπεζιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων της Γερμανίας, που φαίνεται να εξασφάλι­σαν το δικό τους Ελ Ντοράντο στην Ελ­λάδα.

Η κ. Μέρκελ από την πλευρά της δεν κράτησε ούτε τα προσχήματα: «Γνωρί­ζουμε στη Γερμανία και συνειδητοποι­ούμε ότι έχουμε ένα κοινό νόμισμα και ότι έχουμε πολλά οφέλη από το ενιαίο νόμισμα.
Οι εξαγωγικές μας αγορές εί­ναι στην Ευρώπη, πιο συγκεκριμένα, τα δύο τρίτα των αγορών μας βρίσκονται στην Ευρώπη. Επομένως, είναι προς το συμφέρον μας να έχουμε ένα σταθερό ευρώ». Με άλλα λόγια, για όποιον δεν κατάλαβε, όλα γίνονται για να στηρι­χθεί το κοινό νόμισμα προς το συμφέ­ρον των εξαγωγικών αγορών της Γερ­μανίας, που κατά τα δύο τρίτα βρίσκο­νται στην Ευρώπη.
Επίσης η κ. Μέρκελ αισθάνθηκε με­γάλη ικανοποίηση με το να δηλώσει, όπως κάθε τυπικός αποικιοκράτης, ότι «η Ελλάδα έχει ξεκινήσει να νοικοκυ­ρεύει τα οικονομικά της. Και αυτό το παρακολουθούμε από κοντά και αυτό το βλέπουν και οι άνθρωποι στη Γερ­μανία. Πιστεύω ότι έχει γίνει ορατό. Βλέπουμε ότι ο δρόμος δεν είναι εύ­κολος, απαιτεί πολιτική βούληση», ενώ συμπλήρωσε ότι «από τις απεργίες και τις διαμαρτυρίες που γίνονται, μπορού­με να δούμε ότι υπάρχουν και αντιστά­σεις» και ότι «όσο πιο σταθερά συνεχι­στεί η πορεία αυτή τόσο περισσότερο θα υπάρξει και η πεποίθηση στη Γερμα­νία ότι η Ελλάδα θα ολοκληρώσει την πορεία αυτή με επιτυχία».
Να θυμίσουμε εδώ ότι παρόμοιες δηλώσεις των ελεγκτών της τρόικας πριν από δυο βδομάδες ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων από την κυβέρνηση για «απαράδεκτη παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας». Αυτή τη φορά ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση σι­ώπησαν, κοινώς εποίησαν την νήσσα. Το μόνο που έκανε ο κ. Παπανδρέου είναι να διαβεβαιώσει τους Γερμανούς ότι δεν πρόκειται να επιβαρυνθούν με το ελληνικό χρέος. «Πήραμε ένα δά­νειο και θα το αποπληρώσουμε με τό­κο, όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα», δήλωσε ο κ. Παπανδρέου.
Εκεί βέβαια που ο πρωθυπουργός έδωσε αληθινά διαπιστευτήρια εθελο-δουλίας είναι στη συνέντευξή του με τους Γερμανούς δημοσιογράφους. Με τη συνέντευξή του στην «Bild» (24/2) κυριολεκτικά ξεπέρασε τον εαυτό του. Ο κ. Παπανδρέου θεώρησε καλό να δι­αβεβαιώσει τους δημοσιογράφους μιας από τις πιο χυδαίες φυλλάδες που κυκλοφορούν σε γερμανικό και ευρω­παϊκό επίπεδο ότι «σας υπόσχομαι ότι η Ελλάδα θα αποπληρώσει και το τελευ­ταίο σεντ». Σε μια συνέντευξη όπου η αναίδεια, το θράσος και η προκλητικό­τητα των δημοσιογράφων θα έκανε οι­ονδήποτε άνθρωπο με στοιχειώδη αξι­οπρέπεια να βγει από τα ρούχα του, ο κ. Παπανδρέου, ξεχνώντας για μια ακό­μη φορά ότι δεν εκπροσωπεί τον εαυτό του, συνέχισε να απολογείται με τον πιο χυδαίο τρόπο.
Δείτε χαρακτηριστική ερώτηση δημο­σιογράφου: «Καταλαβαίνετε την οργή των Γερμανών φορολογούμενων, όταν πρέπει να πληρώσουν για μία χώρα, η οποία δεν εκπληρώνει τα καθήκοντά της;». Τι λέτε να απάντησε ο κ. Παπαν­δρέου; Μήπως τους θύμισε ότι απευθύ­νονται σε πρωθυπουργό; Μήπως τους έβαλε στη θέση τους λέγοντας ότι δεν μπορούν να κρίνουν το ποια είναι τα καθήκοντα της Ελλάδας; Μήπως τους θύμισε ότι δεν είμαστε υποτελείς του Γερμανικού Ράιχ; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Το μόνο που είπε είναι τα εξής: «Κατ’ αρχάς, πρόκειται για δάνεια, για τα οποία πληρώνουμε τόκους, και όχι για δώρα. Και δεν θέλουμε τα δάνεια, για να τα αφήσουμε όλα όπως ήταν. Αλλά αντιθέτως, προκειμένου να κερδίσου­με χρόνο για τις αναγκαίες μεταρρυθμί­σεις. Κατανοώ την οργή ορισμένων Γερ­μανών. Εκείνο που μπορώ να κάνω είναι να τους ευχαριστήσω». Η μόνη αποστο­λή του κ. Παπανδρέου ήταν να ευχαρι­στεί ακόμη και τον τελευταίο τζουτζέ της Μέρκελ και της γερμανικής κυβέρ­νησης, διαβεβαιώνοντας ότι αυτός, η κυβέρνηση, η χώρα και ο λαός της, θα κάνουν ό,τι θέλουν αυτοί.
Ακάθεκτοι όμως οι Πρετεντέρηδες και οι Καψήδες της Γερμανίας ξαναπυροβόλησαν τον κ. Παπανδρέου λέ­γοντας: «Δεν είπατε όμως ευχαριστώ, όταν η ‘‘Bild’’ σας πρότεινε να πουλή­σετε ελληνικά νησιά, προκειμένου να μειώσετε τα χρέη σας».
Αν νομίζετε ότι ο κ. Παπανδρέου απάντησε λέγοντας ότι η δημόσια πε­ριουσία δεν πουλιέται και ότι θα φέρει και νόμο να το κατοχυρώνει, απατάστε. «Όχι, δεν ευχαρίστησα γι’ αυτό. Κάτι τέ­τοιο αποκλείεται. Πρέπει να καταλάβε­τε πόσο σημαντικά είναι αυτά τα νησιά για τους Έλληνες και για την ελληνική ιστορία. Έχουν διατεθεί τεράστια ποσά από τον προϋπολογισμό για την άμυ­να, προκειμένου να προστατευτούν τα νησιά που είναι κοντά στις τουρκικές ακτές. Εκτός αυτού, τα νησιά αποτε­λούν πολιτιστική κληρονομιά, την οποία εκτιμούν και οι Γερμανοί τουρίστες. Αν πουλούσαμε τα νησιά μας σε κάποιους πάμπλουτους, δεν θα είχε πια κανένας πρόσβαση σε αυτά. Θέλουμε να ανα­πτύξουμε με ευαισθησία και με οικο­λογικό τρόπο αυτά τα μοναδικά φυσικά τοπία. Αυτό θα μας αποφέρει πολύ πε­ρισσότερα».
Με άλλα λόγια, ο κ. Παπανδρέου δεν σκέφτεται, προς το παρόν, να πουλήσει τα ελληνικά νησιά, όχι γιατί είναι δημό­σια περιουσία ή εθνικό έδαφος, αλλά γιατί η Ελλάδα έχει ξοδέψει πολλά για την άμυνά τους, υπάρχει ένα είδος συ­ναισθηματικής προσκόλλησης με αυτά και επιπλέον τα φυλάει για να τα χαί­ρονται οι Γερμανοί τουρίστες. Και για όποιον νομίζει ότι τα ελληνικά νησιά είναι μέρος της εθνικής επικράτειας με κατοίκους των οποίων οι ανάγκες και τα προβλήματα έχουν προτεραιότητα έναντι των τουριστών, δεν έχει αντι­ληφθεί περί τίνος πρόκειται. Στο ανα­πτυξιακό μοντέλο του κ. Παπανδρέου τα ελληνικά νησιά υπάρχουν μόνο ως «μοναδικά φυσικά τοπία», όπου προ­φανώς οι κάτοικοι ανήκουν στη χλωρί­δα και την πανίδα του τόπου.

Δεδομένη η πτώχευση

Όμως τα πράγματα δεν πάνε καθό­λου καλά. Ο Κλέμενς Φούεστ του Πα­νεπιστημίου της Οξφόρδης διατύπωσε τη γενική εκτίμηση που υπάρχει στους κύκλους των ειδικών: «Πρέπει να απο­δεχτούμε το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Ιρλανδία είναι χρεοκοπημένες». Κι επομένως, σύμφωνα με τον Φουέστ, υπάρχουν μόνο δυο τρόποι να αντιμε­τωπιστεί το πρόβλημα: Είτε οι ισχυρές οικονομίες θα αναλάβουν μέρος του χρέους των προβληματικών χωρών, εί­τε οι πιστωτές πρέπει να διαγράψουν μέρος του χρέους. «Όμως με την έν­νοια ότι είναι καλύτερο από το να αρχί­σουν μόνες τους οι προβληματικές χώ­ρες να αναδιαρθρώνουν». («Der Spiegel», 24/1).
Το ίδιο περίπου σχολίαζε και η γερ­μανική «Süddeutsche Zeitung» (25/2), η οποία παράθετε και σχόλιο του Γερμανού διοικητή της Ευρωπαϊκής Τράπε­ζας Επενδύσεων και Ανάπτυξης Τόμας Μίροφ, ότι είναι αδύνατο το ευρωπακέτο διάσωσης να βγάλει την Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο των χρεών. «Η αλήθεια είναι ότι το χρέος της Ελλάδας πρέπει να μειωθεί. Οι Ευρωπαίοι πολιτι­κοί οφείλουν να αποδεχθούν αυτή την αλήθεια σήμερα και όχι το 2013, όταν θα λήξει το ευρωπακέτο βοήθειας».
Σε ανάλογα συμπεράσματα καταλή­γει και η ετήσια έκθεση για την ευρω­παϊκή οικονομία της EEAG, που πρό­σκειται στο γνωστό Ινστιτούτο Οικο­νομικών μελετών του Μονάχου Ifo. Η έκθεση εκτιμά ότι το «πρόγραμμα δά­σωσης» που λήγει το 2013 δεν πρόκει­ται να δώσει την ευκαιρία στην Ελλάδα να βγει ξανά στις αγορές ή να γλιτώσει από τον φαύλο κύκλο του χρέους. Σύμ­φωνα με έναν από τους συντάκτες της έκθεσης, τον Γιαν Έγκμπερτ Στουρμ, μπροστά στην Ελλάδα «υπάρχουν δια­φορετικές δυνατότητες για να επιλυθεί το πρόβλημα, μία από αυτές είναι και η έξοδος από το ευρώ. Λέμε ξεκάθαρα ότι υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις και είναι δύσκολο να επιλέξει κανείς μία από αυτές. Αυτό που είναι σημαντικό για την Ελλάδα είναι να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της. Συνήθως αυτό γίνεται είτε με εσωτερική υποτίμηση, δηλαδή δραστική μείωση μισθών και εισοδημάτων, είτε με εξωγενή υποτί­μηση, δηλαδή στην προκειμένη περί­πτωση με την επιστροφή στη δραχμή». («Deutsche Welle», 23/2).
Το γεγονός ότι καθώς θα συνεχίζεται η θεραπεία της εσωτερικής υποτίμη­σης, που σημαίνει όλο και πιο δραστική μείωση μισθών και εισοδημάτων εσαεί, χωρίς να λυτρώνεται η χώρα από τον φαύλο κύκλο του χρέους, αρχίζει να στοιχειώνει τους ειδικούς, τους πολιτι­κούς και οικονομικούς παράγοντες της ευρωζώνης και των αγορών.
Τι θα γίνει αν το αδιέξοδο προκαλέσει ανεξέλε­γκτες καταστάσεις; Τι θα γίνει αν ο λα­ός της Ελλάδας πειστεί από την πείρα του ότι δεν πάει άλλο; Τι θα γίνει αν η διαμαρτυρία και η αντίσταση μετατρα­πεί σε ένα δυναμικό κίνημα που απαι­τεί τη μονομερή διαγραφή ενός χρέους που έτσι ή αλλιώς δεν μπορεί να πλη­ρωθεί;

Οι εργαζόμενοι θα πληρώσουν το «μάρμαρο»

Όλοι μπορούν να σκέφτονται τα αδιέξοδα, να σχεδιάζουν και να εκπονούν σχέδια για το πώς θα αντιμετωπιστεί το χρέος, εκτός από αυτόν που καλείται τελικά να πληρώσει το μάρμαρο. Τον ερ­γαζόμενο λαό. Αυτός είναι που δεν πρέπει με κα­νέναν τρόπο να διανοηθεί ότι μπορεί να επιβάλει τη μη αναγνώριση και την άρνηση πληρωμής του δημόσιου χρέους, μεταφέροντας το κόστος και τις ζημιές από τις πλάτες του στις μεγάλες τράπεζες και τους κερδοσκόπους των αγορών. Κι όσο από τα ίδια τα πράγματα αποδεικνύεται ότι κάθε προσπάθεια να πληρωθεί το χρέος οδηγεί σε καταστροφικό αδιέξοδο τον λαό και τη χώρα, τόσο εντείνονται οι προσπάθειες να ξεγελαστεί ο απλός κόσμος, να ξεχάσει ότι το βασικό ερώτημα είναι ένα: Μπορεί η χώρα και ο λαός να συνεχίσει να πληρώνει το δημόσιο χρέος, χωρίς να απειλεί­ται άμεσα η ίδια η επιβίωσή του;
Ο άμεσος κίνδυνος να κάνει ο εργαζόμενος λα­ός δική του υπόθεση τη μη αναγνώριση του χρέ­ους και την άρνηση της πληρωμής του, ανάγκασε το κυρίαρχο πολιτικό και οικονομικό σύστημα να καλέσει τις εφεδρείες του.

Το... κουκούλωμα

Κι αυτές έρχονται υπό την αιγίδα της Επιτρο­πής Λογιστικού Ελέγχου του χρέους (ΕΛΕ). Φαινομενικά ακούγεται καλή ιδέα. Ποιος θα έλεγε όχι στον έλεγχο του χρέους; Κανείς. Όμως το πρόβλημα είναι ότι το δημόσιο χρέος της χώρας αποτελείται συντριπτικά από ανώνυμα κρατικά ομόλογα ελεύθερα διαπραγματεύσιμα στις διε­θνείς αγορές. Τι μπορεί να ελέγξει κανείς από αυ­τά; Μόνο το αν έγιναν τυπικά και με τον νόμο οι δημοπρασίες.
Αν οι μεσιτείες των τραπεζών που μεσολάβησαν ήταν καταχρηστικές ή όχι. Και γενικά αν έγιναν τίποτε παρανομίες κατά τη διάθεσή τους στην αγορά. Από τη στιγμή που τα κρατικά ομόλογα ρίχνονται στην αγορά η παρακολούθη­ση της πορείας τους είναι εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη, προκειμένου να ανακαλυφθούν μί­ζες και χειραγωγήσεις. Γι’ αυτό άλλωστε τα προ­τιμούν κυβερνήσεις και δανειστές. Μπορούν με μεγάλη άνεση να κρύψουν τις υπόγειες δοσο­ληψίες τους. Κι έτσι η παγίδα στήνεται αριστοτεχνικά. Αντί ο λαός να κάνει δική του υπόθεση το να ξεμπερδέψει με το χρέος, αυτό ανατίθεται σε κάποιους ειδικούς που υποτίθεται ότι θα ανα­λάβουν να διαπιστώσουν ποιο κομμάτι του είναι «παράνομο» για να διαγραφεί. Με βάση ποιες αρχές δικαίου;
Έχουν όλοι οι ειδικοί την ίδια αντί­ληψη περί δικαίου και αδίκου; Από ποια σκοπιά και με βάση ποιανού τα συμφέροντα θα κρίνουν τι είναι δίκαιο από το χρέος και τι όχι;
Δεν τους αρκεί το γεγονός ότι το δημόσιο χρέ­ος της χώρας, στο συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του, αποτελείται αποδεδειγμένα από κεφαλαιο­ποιημένους τόκους. Όχι, πρέπει να ανακαλύψουν το «παράνομο» χρέος. Λες και η κεφαλαιοποίηση τόκων δεν είναι μια κατεξοχήν παράνομη και κα­ταχρηστική πρακτική των δανειστών.
Καλούνται να ελέγξουν ένα δημόσιο χρέος που στο μεγαλύτερο μέρος του δεν μπορεί να ελεγχθεί επί της ουσίας. Μόνο και μόνο για να νο­μιμοποιήσουν την πληρωμή του χρέους από την πίσω πόρτα. Μόνο και μόνο για να πουν στον κό­σμο ποιο από το χρέος οφείλει να πληρώσει γιατί δήθεν είναι δίκαιο. Δεν θέλουν να ανακαλύψουν το «παράνομο» χρέος, αλλά να δικαιολογήσουν την αναδιάρθρωση του χρέους με «κούρεμα» που ετοιμάζουν οι κερδοσκόποι, οι αγορές και τα όργανά τους.

Απεχθές χρέος για τα συμφέροντα του λαού

Μιλούν για «απεχθές» χρέος περιορίζοντας την έννοιά του μόνο στις παράνομες δανειακές συμβάσεις και πρακτικές, αγνοώντας σκόπιμα ότι απεχθές είναι οποιοδήποτε χρέος αναγκάζει έναν λαό και μια χώρα να το πληρώσουν από το υστέρημά τους, από πόρους που χρειάζονται για να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν. Άλλωστε, παρά την πρεμούρα των οπαδών της ΕΛΕ να ανακαλύψουν δήθεν τις παράνομες δανειακές συμβάσεις, δεν λένε κουβέντα για τη δανειακή σύμβαση με βάση την οποία επιβλήθηκαν τα απανωτά μνημόνια. Αν όντως θέλουν να ψάξουν για το παράνομο χρέος, γιατί δεν ξεκινούν με τη δανειακή σύμβαση, που από κάθε άποψη είναι παράνομη και επομένως οφείλει ο ελληνικός λαός να την αρνηθεί και να μην πληρώσει τα δανεικά, καταγγέλλοντας τη Γερμανία, τη Γαλλία και τις άλλες χώρες που την επέβαλαν;

Τελευταία υπογραφή

Μην παραξενευτείτε αν δείτε τον κ. Γ. Παπανδρέ­ου, αφού βάλει και την τελευταία υπογραφή για το ξεπούλημα της χώρας, ξαφνικά - ίσως στις ερχόμενες εκλογές - να εμφανίζεται υπέρμαχος της Επιτροπής Ελέγχου του χρέους. Τα στελέχη του, όπως η κ. Λούκα Κατσέλη, έκαναν ήδη την αρχή. Όμως μην ανησυχείτε.
Οι ειδικοί της ΕΛΕ των αντιμνημονιακών είναι καλύτεροι από την επιτροπή σοφών για την οποία μιλούν οι δυνάμεις που επέβαλαν το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Έστω κι αν οι δυο τους υπηρετούν την ίδια λογική και έχουν την ίδια στόχευση.
του Δημήτρη Καζάκη, οικονομολόγου - αναλυτή, από την εφημερίδα "Το Ποντίκι", 3/3/2011